Δόγματα υπάρχουν πολλά, Σχίσμα όμως ένα… Συγνώμη αν σας έφερα στο νου μια παλιά διαφήμιση, αλλά ο δογματισμός εμπεριέχεται ακόμα και στην απτή καθημερινότητα. Εν αρχή ην λόγος, αλλά (πάλι αυτό;) εκεί που δεν πίπτει ο λόγος, καταλήγει να πίπτει η ράβδος στην τελική κατάληξη. Εν τέλει, εγένετο χάος…
Πολλοί έως άπειροι οι δογματικοί οπαδοί εκεί έξω. Του ύφους: “είδα τα κομμάτια του puzzle να διαλύονται και να πέφτουν”. Άρα ξέρω και πώς να τα επαναφέρω στην αρχική τους μορφή. Δεν αποτελεί προϋπόθεση το βλέμμα για να προκύψει συνεπαγωγή νηφάλιου εγκεφάλου, φίλτατε.
Με τους άπειρους δογματικούς λοιπόν, προέκυψε και το Σχίσμα για να το επαναφέρω στο αρχικό του πλάνο. Δεν αρκεί μόνο η οπτική Ίριδα. Απαιτείται αντίληψη και οξύτητα: “To bring the pieces back together, rediscover communication.”
Σειρά παίρνει ο Blitzgrieg…
Tool – Schism (Official Music Video)
Το Καθαρτήριο είναι μία περίεργη κατάσταση, την οποία οι Ορθόδοξοι τουλάχιστον δεν έχουμε, και της οποίας λεπτομέρειες δεν γνωρίζω, αλλά την οποία μου θυμίζουν οι τελευταίες αγωνιστικές της κανονικής σεζόν της Ευρωλίγκας, ιδίως όταν έχεις εξασφαλίσει το πλεονέκτημα και απλώς περιμένεις να τελειώσουν οι υποχρεώσεις της για να δεις ποιον θα αντιμετωπίσεις στα πλέη οφ. Έτσι λοιπόν, όταν μου είπε ο Μάρκος για κάποιο καινούργιο άρθρο με πόνεσε λίγο το κεφάλι καθώς έπρεπε να δω τον αγώνα με την Εφές.
Πονοκέφαλος ο οποίος μεγάλωσε προσπαθώντας να δω τον αγώνα και διακρίνοντας ως μοναδικό διακριθέντα τον Σπαν. Καθότι αν εξαρτόμαστε ακόμη από τις διαθέσεις του Σπαν, έχετε γεια βρυσούλες.
Τεσπά, επειδή το εξασφαλίσαμε το πλεονέκτημα, και επειδή, κατά τη γνώμη μου, ΔΕΝ έχει νόημα –πλέον– να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα -αφού διορθωτικές κινήσεις πάπαλα- αποφάσισα να γράψω κάτι κάπως αυτοαναφορικό, υπό την έννοια ότι θα ήθελα, εν αναμονή των πλέη οφ, να κατηγοριοποιήσω λίγο τους διαδικτυακούς μπασκετικούς οπαδούς του Ολυμπιακού, με βάση το Δόγμα το οποίο θα υποθέσουμε ότι είναι ο ίδιος ο Ολυμπιακός ως σωματείο.
Το Δόγμα
Το Δόγμα λοιπόν, όπως ειπώθηκε, είναι ο μπασκετικός Ολυμπιακός. Ωστόσο, όπως με όλες τις ιδέες – ελλείψει άλλου όρου, έτσι και με το Δόγμα είναι κάπως δύσκολο να καθορίσει κανείς τις ιδεατές του διαστάσεις. Ιδεατές υπό την έννοια πώς θα ήθελε ο καθένας να είναι πράγματι ο μπασκετικός Ολυμπιακός για να νιώθει ότι Δόγμα και Πραγματικότητα αλληλεπικαλύπτονται πλήρως.
Συνήθως, όταν ΔΕΝ σε ευχαριστεί κάτι, φαντάζεσαι ή, πιο ορθολογικά, προτείνεις τρόπους να έλθει αυτό κοντά στις παραμέτρους που βάζεις για να ευχαριστηθείς από αυτό. Υπάρχει ένα είδος αποφατικής προσέγγισης των πραγμάτων λοιπόν. Διότι για να σε ευχαριστήσει αυτό που θέλεις να σε ευχαριστήσει, δεν κοιτάζεις το ίδιο και ό,τι έχει αλλά αυτό που του λείπει.
Κατά συνέπεια όλες οι προσεγγίσεις του Δόγματος γίνονται με προσθετικό τρόπο, του τύπου «Καλό θα ήταν να είχαμε τον…» ή «αν άλλαζε ο τρόπος που χρησιμοποιεί τον…» ή «αν σταματούσε ο Σπαν και τον αντικαθιστούσαν…» κλπ. Υπάρχει αυτό το περίεργο δείγμα προσθαφαίρεσης το οποίο καθιστά συναρπαστικό τον σχεδιασμό του ιδανικού Ολυμπιακού και την προσέγγιση Πραγματικότητας με Δόγμα.
Πάμε λοιπόν να δούμε τους -ΙΣΜΟΥΣ του μπασκετικού Ολυμπιακού Δόγματος και τους διαδικτυακούς πιστούς τους.
ΤΥΦΛΙΣΜΟΣ
Τάγμα οπαδών οι οποίοι πιστεύουν ότι όλα είναι καλώς καμωμένα και συνιστούν υπομονή. Δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα. Ώτα μη ακουόντων.
ΧΑΚΕΤΙΣΜΟΣ
Ο Χακετισμός αναπτύχθηκε κυρίως εκτός γηπέδου. Αποτελεί μία σέκτα η οποία στηρίζεται περισσότερο σε πράγματα που ο εκάστοτε αγαπημένος παίχτης, ο οποίος έφυγε και μπορεί κάποτε να γυρίσει, δεν έκανε εντός αλλά εκτός γηπέδου. Λ.χ. ανέβαινε γρήγορα στην οροφή του λεωφορείου ή τραγουδούσε συνθήματα κατά του αιώνιου αντιπάλου αυθόρμητα ξεσηκώνοντας κύματα ενθουσιασμού στην κερκίδα. Γενικά, ο εκάστοτε Χάκετ έδεσε με την κερκίδα με τρόπο απαράμιλλο.
Προσοχή. Δεν λέμε ότι ο παίχτης ΔΕΝ έδεσε με την κερκίδα. Ή ότι είναι υποκριτής. Κάθε άλλο. Ο παίχτης είναι συνώνυμο του πάθους. Έτυχε να ταυτιστεί και με τη φανέλα και έδεσε το γλυκό.
Οι αμφιβολίες όσων στέκονται επικριτικά απέναντι στον Χακετισμό έγκεινται στο ότι ο παίχτης όντως έχει να προσφέρει τόσα μέσα στο γήπεδο, όσα τουλάχιστον φαντάζονται οι Χακετιστές.
ΜΠΑΡΤΖΩΚΙΣΜΟΣ
Οι Μπαρτζωκιστές θυμούνται τις εποχές που ο αντίστοιχος αγαπημένος τους προπονητής ήταν στον πάγκο της ομάδας. Κοιτάζοντας προς τον πάγκο δεν βλέπουν κανέναν. Θεωρούν ότι το φάντασμα του κόουτς, το οποίο σκότωσε ο Μακμπέθ, περιπλανιέται στις οροφές του σταδίου. Ανεπαίσθητες ριπές ανέμου οι οποίες χορεύουν τα λάβαρα εκεί ερμηνεύονται ως επισκέψεις του ενώ τυχόν ήττες μαχαιριές θεωρούνται χτυπήματα της ρομφαίας του – ιδίως αν έχουν τη μορφή buzzer beater.
Ο εκάστοτε κόουτς Μπαρτζώκας λείπει. Και δεν λείπουν τόσο οι μαγικές του ικανότητες όσο το ιδεατό σχήμα και το ιδεατό μπάσκετ που ήθελε να παίξει και το οποίο δεν είμαστε σίγουροι ότι είχαμε δει ποτέ. Αλλά σημασία είχε ότι το είχε ο ίδιος στο μυαλό του.
Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί η συγκεκριμένη σέκτα να μην ονομάζεται Ιωαννιδιστές. Και θα έχει, κατά βάση, δίκιο. Όμως, ο Ιωαννιδισμός ήταν φαινόμενο που δεν είχε καθαρά μπασκετικές διαστάσεις. Ο Ιωαννίδης είναι ο μοναδικός προπονητής που ο Γαύρος παραδεχόταν ότι έχει περισσότερες γνώσεις από τον ίδιο. Και, μάλιστα, όχι μόνο στο μπάσκετ αλλά και στο ποδόσφαιρο. Οπότε καταλαβαίνουμε για τι φαινόμενο μιλάμε.
ΠΑΡΑΧΟΥΣΚΙΣΜΟΣ-ΜΑΠΙΣΜΟΣ
Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος; Οι Παραχουσκιστές θέλουν ψηλούς που ξέρουν μπάσκετ. Οι Μαπιστές προτιμούν ψηλούς που παίζουν άμυνα. Και τα δύο μαζί δεν γίνονται. Όποιος ψηλός ξέρει μπάσκετ βλέπει στις καμπύλες της μπάλας το θηλυκό. Όποιος ψηλός παίζει άμυνα βλέπει στις καμπύλες της μπάλας την πρώην του που την έπιασε στο κρεβάτι με ψηλό που ξέρει μπάσκετ. Όποιος δε ψηλός νομίζει ότι παίζει άμυνα το μόνο που βλέπει στις καμπύλες της μπάλας είναι πιτόγυρα. Η απόλυτη σέκτα του ανέφικτου αν σκεφτεί κανείς ότι ο συνεπέστερος ψηλός τόσο αμυντικά όσο και επιθετικά ήταν κοντός, δηλαδή ο Χάινς.
Οι Παραχουσκιστές θέλουν ψηλό που να κατέχει το άθλημα. Και συμφωνώ μαζί τους. Ωστόσο, ο μοναδικός ψηλός που το κατείχε, τουλάχιστον στην Ευρώπη, «είχε κλεισμένο μέσα στο κορμί του ένα γκαρντ που απλώς ψήλωνε» όπως έχουν πει. Και έθεσε στάνταρ αξεπέραστα. Το έχει πει και ο Φασούλας, άλλωστε. «Μετά από έναν αγώνα πήγαμε στα αποδυτήρια των αντιπάλων. Ο Κομμουνισμός είχε πέσει και οι Λιθουανοί γιόρταζαν. Ο Σαμπόνις μου έβαλε σαμπάνια και κορίτσια βρίσκονταν παντού.» Σχεδόν σαν μετά από συναυλία των πιτσιρικάδων Metallica χωρίς το σπαγγέτι. Ο ψηλός που ξέρει μπάσκετ είναι επικίνδυνος εκμαυλιστής. Αυτός μπορεί να το κατέχει και να βγάζει τον πλέη μέηκερ στο παρκέ κατά βούληση, αλλά στους συμπαίκτες του το πιθανότερο είναι να βγάλει στο παρκέ το σπαγγέτι, όχι τον Μαρτσουλιόνις.
Οι Μαπιστές, από την άλλη, θέλουν μαύρους που μέσα στο κορμί τους έχουν κλεισμένες bitches, ων ουκ έστιν αριθμός, οι οποίες, φεϋ, έχουν τις δικές τους εκμαυλιστικές δυνάμεις, που αντί να βγάλουν τον πλέη μέηκερ από τον ΜΑΠ –ο οποίος άλλωστε δεν υπάρχει– βγάζουν τον Conan. Με τον κίνδυνο, όμως, ο συγκεκριμένος Barbarian να είναι Barbarian εκεί που θέλουν αυτές, και στο παρκέ να είναι Barber-ian, δηλαδή να παρουσιάζεται λίγο μαλθακός και ευτραφής, όπως λ.χ. ο Ντάνστον στη δεύτερη περίοδό του, όταν ήταν και ερωτευμένος και έμοιαζε περισσότερο με τον κουρέα της Σεβίλλης παρά με κανίβαλο.
Οπότε; Οι Παραχουσκιστές και οι Μαπιστές αναγνωρίζουν ότι τα γκαρντ κάνουν το παιχνίδι.
ΣΚΑΦΤΙΑΔΙΣΜΟΣ
Οι Σκαφτιαδιστές είναι εκ των προτέρων γνωστό ότι δεν είναι ευχαριστημένοι με τίποτε, και γι’ αυτό τον λόγο είναι και οι πιο μεταφυσικοί σεχταριστές. Αν και βλέπουν πιο απλά, και ίσως και πιο καθαρά, από τους υπόλοιπους, διατρέχουν τον κίνδυνο το βλέμμα τους να θολώσει, καθώς είναι εκπαιδευμένο να προσηλώνεται σε παίχτες που δεν γνωρίζουν – ή κατά τη γνώμη τους δεν γνωρίζουν – το άθλημα. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν στο τέλος να αλυσοδεθούν στη μπάλα των άμπαλων.
Η στιγμή της απόλυτης δικαίωσής τους έρχεται όταν το βλέμμα των μη σκαφτιαδιστών αντικρίσει αυτό που οι ίδιοι βλέπουν διαρκώς: Τον σκαφτιαδισμό σε όλο του το μεγαλείο – τον τελευταίο καιρό ο Παπαπέτρου λόγου χάρη αποτελεί παράδειγμα βάναυσης ποίησης, τμήμα της απόλυτης σκληρότητας την οποία προσπαθούσε να συμπυκνώσει ο Ducasse στα Άσματα του Μαλντορόρ, το οποίο θα μπορούσε να ονομάζεται και Άλματα του Παπαπέτρου. Και, για να λέμε την αλήθεια, όσο πιο ατάλαντη μία ομάδα τόσο περισσότερες οι στιγμές που το βλέμμα του μη σκαφτιαδιστή συμπίπτει απολύτως με εκείνο του σκαφτιαδιστή. Και τόσο περισσότερο δικαιώνονται οι σκαφτιαδιστές.
Υπάρχει, ωστόσο, ένα σημείο που οι σκαφτιαδιστές δεν μπορούν να δικαιολογήσουν. Τις νίκες της ομάδας. Οι οποίες πρέπει να αποδοθούν κάπου. Και οι οποίες αποδίδονται συνήθως σε μεταφυσικές έννοιες, όπως το DNA της ομάδας, η overachiev-οσύνη της, ή το γεγονός ότι οι άλλοι είναι χειρότεροι.
Όπως ειπώθηκε, οι πλέον μεταφυσικοί των σεχτών, ίσως επειδή πίσω από την άρνησή τους κρύβεται η λαχτάρα για το πιο ιδανικό των ιδανικών, το μπάσκετ που δεν πρόκειται να παιχτεί ποτέ από κανέναν αλλά, αν παιζόταν, το καλύτερο θα ήταν να παιχτεί από εμάς.
ΓΚΑΤΖΟΥΛΙΣΜΟΣ
Σέχτα των υψηλότερα αμειβομένων κοινωνικά τάξεων. Φημολογείται ότι δύο είναι οι κύριοι προφήτες του Γκατζουλισμού. Σέχτα VIP. Κακή σχέση με το ρολόι. Κακή σχέση με το μπάσκετ εν γένει.
Ενδιαφέρει κυρίως η εκγύμναση. Η πειθαρχία. Ασκητικός τρόπος ζωής. Οι γκατζουλιστές είναι φυλακισμένοι κάπου στην εφηβεία, τείνοντας να πιστέψουν ότι οι οδηγίες του Γκατζούλη απευθύνονται σε αυτούς. Κατά συνέπεια ζουν το παιχνίδι με μεγαλύτερη ένταση από τους υπολοίπους και τείνουν να απελευθερώνουν συναισθήματα όταν έρχεται η νίκη που μόνο με αυξημένη δόση αδρεναλίνης δικαιολογούνται. Αδρεναλίνη που μόνο στους αθλητές λογικά υπάρχει εκείνη τη στιγμή.
Παρά το γεγονός ότι οι γκατζουλιστές συναντώνται κυρίως σε charters, όλοι έχουμε δει εν δυνάμει γκατζουλιστές. Όλοι έχουμε κάποιον στο σόι που τον βλέπουμε, όταν ο Τζιοβάνι εξαπολύει τον κεραυνό του, να κουνάει και ο ίδιος το πόδι του με μανία, σαν να προσπαθεί να προσδώσει τη δύναμη που χρειάζεται στη μπάλα για να είναι το μισό γκολ δικό του. Είναι γκατζουλιστές χωρίς χρήματα. Δηλαδή, όπως λέει και το ανέκδοτο, πούστηδες όχι gay.
Τα προβλήματα σε αυτή την προσέγγιση αρχίζουν όταν ο Γκατζούλης κάνει νερά. Πώς θα αντιδράσουν οι οπαδοί του;
Ο κατάλογος φυσικά δεν είναι αποκλειστικός. Υπάρχει ο Αντι-μαντζαρισμός ο οποίος παίρνει δικαίως διαστάσεις τον τελευταίο καιρό, ο Μιλανισμός ο οποίος ζητά λιγότερο κράτος και δημόσιους υπαλλήλους, ο Μπαφισμός που προσεγγίζει μέσω νιρβάνα την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ζωής κλπ.
Υ.Γ. Σταχυολογώντας. Ωραίο το video που ανέβασε ο Σάββας και που στιγμές του έχουμε όλοι ζήσει, όσοι τουλάχιστον έχουμε δει αγώνα ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου με τους πατεράδες απ’έξω που πιστεύουν ότι ο κανακάρης τους είναι ο νέος Μέσι. Αξίζει τον κόπο να ανέβει. Και, ας σκεφτούμε αυτό, όπως το έθεσε ωραία ο Νεκτάριος. Μήπως ο Μπόμπι ήταν καλός με τον βάζελο επειδή ΔΕΝ είχε κατανοήσει τον ρόλο του;