Καλημέρα σας.
Χρόνια πολλά στο Γιώργο Μπαρτζώκα που έχει σήμερα τα γενέθλιά του, να είναι πάντα καλά εκείνος και τα αγαπημένα του πρόσωπα! Ευχόμαστε πάντα επιτυχίες με την αγαπημένη του ομάδα!
Στο θέμα μας.
Σήμερα ξεκινούν οι τελικοί του πρωταθλήματος της Α1.
Ποια η απαραίτητη προϋπόθεση για τη νίκη στο αιώνιο ντέρμπι; Καθαρό μυαλό.
Mind Games ο εφευρέτης της αλητείας; Παραμένουμε σταθεροί στο πλάνο μας.
Είναι δεδομένο ότι οι βάζελοι (δεν τους απέμεινε κάτι άλλο πέρα από το πρωτάθλημα πλέον) θα χρησιμοποιήσουν κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο προς όφελός τους. Με τις γνωστές τακτικές προβοκάτσιας εδώ και χρόνια (από την εποχή των 2 Χόμπιτ, για να μην ξεχνιόμαστε): Απειλές διαιτητών, σκιώδεις μεταγραφές, φανατισμένες ανακοινώσεις, προκλητικά εξώφυλλα εντύπων και “αντικειμενικά” άρθρα, τραμπουκισμοί στο ΟΑΚΑ κλπ.
Αν κάνουμε εμείς σωστά τη δουλειά μας, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα και κανέναν.
I have to find the weakness
Involve a quest
Between my mind and myself
Head is like a burning house
Βασικό μας μέλημα είναι να μην “εκραγεί” το μυαλό του κόουτς. Έχουν δει πολλά τα μάτια μας τόσα χρόνια…
Ας συνεχίσουμε όμως με το κείμενο του Κώστα Blitzkrieg.
Voivod – Psychic Vacuum
Αρχές 90, πριν το Τρίποντο, έβγαινε ένα περιοδικό που λεγόταν, νομίζω, All Star Basket. Έβγαινε από την ίδια εκδοτική εταιρεία που έβγαινε κι ένα περιοδικό για τον Ολυμπιακό. Δεν θυμάμαι τον τίτλο του περιοδικού για τον Ολυμπιακό. Πάντως αρκετοί που έγραφαν στο All Star Basket έχω την αίσθηση πως έγραφαν στο περιοδικό για τον Ολυμπιακό.
Αν δεν κάνω, επίσης, λάθος, η πρώτη φορά που διάβασα για τους Detroit Pistons πρέπει να ήταν στο All Star Basket. Τότε κοντράρονταν για τους τελικούς του NBA, υποθέτω με τους Lakers;
Όπως και να έχει, έπρεπε να περάσουν πάνω από τριάντα χρόνια για να κατανοήσω ότι οι Pistons είχαν το ιδανικό όνομα για την πόλη που βρίσκονταν και για το μπάσκετ που έπαιζαν. Αν και ο Τόμας φαινόταν να είναι ο κινητήριος μοχλός τους, οι Pistons ήταν πράγματι μία σειρά από πιστόνια, δλδ έμβολα, τα οποία σφυροκοπούσαν κυριολεκτικά και μεταφορικά τον αντίπαλο, στην ιδανική γι’ αυτό (βιομηχανική) πόλη.
Δεν έπαιζαν πάντοτε ακριβώς μπάσκετ. Πολλές φορές έπαιζαν ξύλο. Ξύλο της αρκούδας. Είχαν εκείνο τον μασκοφόρο εκδικητή, τον Λαϊμπίρ, μία Νέμεση για όποιον αποφάσιζε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το μπάσκετ (αλλά Νέμεση γιατί;) και ο οποίος με σύγχρονους όρους όχι καλαθοσφαίρισης αλλά ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα εξέτιε την ποινή του σε κάποιο σωφρονιστικό ίδρυμα (Άρκαμ;). Είχαν τον Τζο Ντουμάρς επίσης, έναν αρκετά ταλαντούχο παίκτη για τα δεδομένα τους. Και φυσικά είχαν και τον Ρόντμαν, στην ήρεμη φάση της καριέρας του – ακούγεται οξύμωρο και είναι – φαντάζομαι τον Κιμ Γιονγκ Ουν οπαδό των Pistons.
Καλά τα πήγαιναν πάντως και πρέπει να είχαν πάρει 2 συνεχόμενα πρωταθλήματα.
Σκέφτομαι, εκ των υστέρων, πως αν ήμουν σε μεγαλύτερη ηλικία εκείνη την εποχή, μάλλον θα τους υποστήριζα. Εννοώ οι περισσότεροι πιτσιρικάδες τότε ήμασταν ή με τους Lakers ή με τους Bulls. Παικτικά μιλώντας. Διότι ως προς το παπούτσι δεν υπήρχαν διαφωνίες. Όλοι θέλαμε το Air Jordan – αλλά με 25.000 δρχ τιμή, συμβιβαζόμαστε με πιο down-to-earth προσεγγίσεις.
Όπως και να έχει, σκέφτομαι το Detroit –ως η απόλυτη βιομηχανική πόλη. Σκέφτομαι ότι ήταν το κέντρο του techno – όχι ακριβώς η απόλυτη μουσική μου προτίμηση, αλλά οπωσδήποτε έδινε τον τόνο. Σκέφτομαι τον Robocop και τον Verhoeven πριν το Βασικό Ένστικτο (λες και το ρομποτικό ένστικτο του μπάσκετ προηγείτο στην περίπτωσή τους του βασικού και συναρμοζόταν σε αυτό το υβρίδιο ανθρώπου-μπασκετμπολίστα που αποτελούσαν τα πιστόνια), και αν δεν είναι techno-industrial ταινία ο ρομπο-μπάτσος, αναρωτιέσαι τι μπορεί να είναι. Σκέφτομαι χιόνια, το Detroit είναι νομίζω βόρεια, ο Verhoeven είναι Ολλανδός (ευρωπαϊκά δλδ. ό,τι πιο κοντά στο Καναδός, και οι Καναδοί φημίζονται για την έλλειψη ανθρωποκεντρικής προσέγγισης στα όρια του νυστεριού, όπως φροντίζουν να υπενθυμίζουν συχνά οι techno-thrashers Voivod).
Και σκεπτόμενος όλα αυτά, ναι μπορώ να σκεφτώ μία ομάδα σκληροτράχηλη, ορισμό του βιομηχανικού techno-μπάσκετ, που οπωσδήποτε ανταποκρίνεται απόλυτα στο όνομα της, του Πιστονιού.
Εν μέρει ναι πρέπει να ήταν – ήταν – διαφορετικό το μπάσκετ τότε, δεν επιβίωνες αν δεν ήσουν αυτό που λέμε μπαρουτοκαπνισμένος. Διότι οπωσδήποτε, και οι υπόλοιποι δεν κάθονταν ακριβώς να τις φάνε από τους Pistons, είχαν τις απαντήσεις τους, εντός και εκτός γηπέδου.
Και σκεπτόμενος όλ’ αυτά, σκέφτομαι αυτό που είχα διαβάσει, ότι ο Ολυμπιακός στο βασικό μέρος της Ευρωλίγκα, από τη μόνη ομάδα που έχασε δύο φορές ήταν από τον Ερυθρό Αστέρα, και σκέφτομαι ότι ο Ερυθρός Αστέρας αν μη τι άλλο είναι από τις πιο σκληρές ομάδες και ότι αυτό που στέρησε από τον Ολυμπιακό έστω μία νίκη, ήταν ότι δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στο ξύλο του Αστέρα.
Διότι ο Ολυμπιακός αν μη τι άλλο είναι μία soft ομάδα. Ακόμη και η ντουλάπα του είναι κάπως νωχελική. Και σίγουρα δεν μπορείς εύκολα να βρεις παίκτες τύπου Σιγάλα που θα πάνε να χωθούν ή να ζητήσουν τον λόγο. Πώς ήταν οι Pistons; Καμία σχέση.
Αρκεί αυτό για να του στερήσει τον τίτλο από τον αιώνιο; Μπορεί ο αιώνιος να μετατραπεί σε Πιστόνι;
Πιστεύω όχι. Διότι και οι άλλοι δεν είναι συμπαγείς. Κάθε άλλο. Αν μπορούν να γίνουν Αστέρας; Συζητήσιμο. Δεν νομίζω ότι μπορούν. Διότι αν πάνε να γίνουν σκληροτράχηλοι θα αμελήσουν το μπάσκετ. Δεν μπορούν πολλά καρπούζια στη μασχάλη. Και άντε και έγιναν λοιπόν – τους το εμφύσησε ο Αργύρης. Μπορούν να γίνουν αλήτες;
Όχι. Ούτε το πρόσωπο που θα τους πέρναγε την αλητεία έχουν, αλλά πλέον έχω την αίσθηση ούτε θα τους επιτραπεί η αλητεία. Κάθε άλλο. Η διαιτησία πλέον σφυρίζει ό,τι βλέπει. Με έμφαση στο βλέπει και όχι στο ό,τι.
Με λίγα λόγια ο αντίπαλος δεν προλαβαίνει να ανασυνταχθεί – βέβαια για να ανασυνταχθείς πρέπει πρώτα να έχεις συνταχθεί και δεν υπήρξε κανενός είδους σύνταξη καθ’όλη τη διάρκεια της σεζόν.
Αν ακούγονται υποτιμητικά όλα αυτά – υποθέτω ίσως είναι, αλλά δεν γράφονται με διάθεση απαξίωσης. Νομίζω ότι ο αντίπαλος είναι κλασικό παράδειγμα αυτού που λέμε Αυτή τη στάνη έχουμε κλπ.
Οπότε πάμε στα δικά μας.
Καταρχάς – η μόνη πρόταση θεωρώ που πρέπει να μας ενδιαφέρει και πρέπει να επαναλαμβάνουμε –οτιδήποτε άλλο πλην τίτλου και πρώτης θέσης είναι σαφώς αποτυχία. Δλδ, δεν γίνεται να χρυσωθεί ενδεχόμενο χάπι με τίποτε.
Έπειτα, ευκαιρία είναι να κριθούν και κάποιοι παίκτες.
Αν υποθέσουμε ας πούμε ότι ο Ντόρσεϊ είναι αυτό που λέμε ο απρόβλεπτος της ομάδας, χμ, τα παιχνίδια με τη Μονακό μας έδειξαν τη μοναδική του ικανότητα να εξαφανίζεται και να μην εμφανίζεται παρά μόνο στιγμιαία. Αλλά αν μιλάμε για παίκτη τύπου Μάικ Τζέημς, που δεν καναλιζάρεται, ε, έναν τέτοιο παίκτη τον θέλεις για να κάνει την υπέρβαση.
Κατά συνέπεια, η σειρά θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον ίδιο – φαντάζομαι για να καταλάβει και ο ίδιος πού πατά και πού βρίσκεται. Διότι αν μείνει για να μην κάνει τη διαφορά, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μείνει.
Άλλωστε και τον Μπαρτζώκα δεν τον αμφισβητεί κανείς ως recruiter– εννοώ μπορεί να βρει κάποιον στη θέση του Ντόρσεϊ.
Από εκεί και πέρα, ο Πριντ θα είναι ευχαριστημένος αν φύγει ως πρώτος. Ό,τι είχε να δώσει το έδωσε. Ο Παπανικολάου δεν γνωρίζω τι απόδοση θα έχει, ωστόσο πρέπει να μείνει διότι θα έχει τον ρόλο που είχε κάποτε ο Σπαν, εννοώ του συνδέσμου παικτών-διοίκησης, να κάνει το κλίμα οικογενειακό για τους νεοεισελθόντες. Ο Σλούκας θα είναι ο Σλούκας και ο Βεζένκοφ θα είναι καλολαδωμένο εργαλείο αλλά όχι τύπου Detroit, πιο low profile.
Για Βεζένκοφ άλλωστε λίγο νόημα έχει η κριτική, α) διότι είναι κατά πολύ ανώτερος απ’ ό,τι περιμέναμε, β) διότι είναι ο παίκτης του προπονητή του, και αυτός που ο Μπαρτζώ εμπιστεύεται απόλυτα.
Τεσπά, θέλω να πω τον ρόλο του ο καθένας τον γνωρίζει και αν ανταποκριθεί σε αυτόν σε ένα 70% μάλλον θα είναι εύκολη η σειρά.
Ok, καλλιεργώ ένα κλίμα πολύ χαλαρό και αυτό είναι κακό, αλλά αδυνατώ να κάνω αλλιώς.
Το Detroit χρεωκόπησε.
Δεν ήμαστε στα 90s και δεν υπάρχει Λαϊμπίρ. Χαιρόμαστε με ομάδες πλέον soft – ή τουλάχιστον δεν μοιάζει να χάνεις κάτι αν δεν είσαι σκληρός στα όρια του απάνθρωπου. Καταστρώνουμε μεταγραφικές κινήσεις αλλά όχι με το πάθος και το ρίσκο του προφήτη, μάλλον με την αποστασιοποίηση και την παπάτζα του insider. Το μπάσκετ δεν παίζεται στις αλάνες αλλά στο μυαλό και οι μεγάλοι σκηνοθέτες δεν ενδιαφέρονται για σκληροτράχηλους πρωταγωνιστές.
Θυμήθηκα το White men can’t jump.
Ταινιάρα.
Επιμέλεια κειμένου: Κώστας Blitzkrieg