Ο Ολυμπιακός είναι ιδέα και στέκεται πάνω από κάθε Μαρινάκη ή Αγγελόπουλο. Μια ιδέα που κανείς πραγματικός Ολυμπιακός δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να θέσει πάνω από πρόσωπα, καταστάσεις ή συγκυρίες.
Elvis Presley – My Way (Aloha From Hawaii, Live in Honolulu, 1973)
Μπορώ να δεχτώ ότι όλα έχουν αρχή και τέλος. Ισχύει άλλωστε νομοτελειακά. Πώς μπορεί όμως να διαμορφώνεται η ενδιάμεση πραγματικότητα με -κατά γενική ομολογία- λανθασμένες επιλογές και παρά τη δικαιολογημένη “κατακραυγή” των οπαδών, να οδηγούμαστε σε μια κατευθυνόμενη κάθαρση, με αποτέλεσμα να δίνουμε άφεση αμαρτιών στους Αγγελόπουλους με κριτήριο τη φετινή χρονιά “εκκαθάρισης”.
Δεν δέχομαι σε καμία περίπτωση τη δικαιολογία των δύο τροπαίων στην Ευρωλίγκα και των τριών πρωταθλημάτων στην Α1, από τα οποία τα δύο ήταν με τον αντίπαλο σε αποσύνθεση. Ειδικά δε, από τη στιγμή που τα δύο συγχωρεμένα Χόμπιτ μας βρήκαν χαλαρούς στα late 90’s κι από τότε κυριάρχησαν στην Ελλάδα και έξι φορές στην Ευρώπη.
Ερώτηση: Χρησιμοποιώντας κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο; Ναι, σωστά. Η ιστορία όμως έγραψε ότι “αυτοί” έχουν έξι ευρωλίγκες στην τροπαιοθήκη τους ενώ εμείς μόλις τις μισές. Όσο κι αν προσπαθώ με διάφορα polls εδώ μέσα να παρουσιάσω με κόσμιο τρόπο τα κάλπικα τρόπαια του Πάο.
Χωρίς να επιθυμώ να θέσω τη λογική μου σε κίνδυνο και να αμφισβητήσω τις αγνές ολυμπιακές προθέσεις των Αγγελόπουλων για απολυταρχική κυριαρχία στο άθλημα, τολμώ να γράψω ότι ΜΙΣΩ να με εκμεταλλεύεται αγωνιστικά και επικοινωνιακά ο κάθε τυχάρπαστος μα ταυτόχρονα παρορμητικός, αυθάδης, αστοιχείωτος και απαίδευτος γόνος μια εδραιωμένης φαρμακοβιομηχανίας.
Αντ’ αυτού, θεωρώ άτοπες τις εξαγγελίες για νέο γήπεδο, από τη στιγμή που οι ίδιοι δεν έχουν βρει τη φόρμουλα επιστροφής της ομάδας μας στην Α1 και την ελληνική πραγματικότητα. Αντί να θωρακίσουν αγωνιστικά την ομάδα, με τη διατήρηση του πάλαι ποτέ κραταιού κορμού, επέλεξαν το my way. Αυτό το my way όμως είχε εφαρμογή μόνο στην ερμηνεία του μαφιόζου Frank Sinatra που αναρριχήθηκε καλλιτεχνικά με τις τακτικές που οι Αγγελόπουλοι αποστρέφονται.
Ειδικότερα μάλιστα από τη στιγμή που αποδείχτηκε μέσω ποικίλων χειρισμών των δύο συγχωρεμένων Χόμπιτ ότι οι παραμονές και οι μεταγραφές παικτών, διαμορφώνονται με κριτήριο την (ανθρώπινη) προσέγγιση και όχι την ψυχρή λογιστική επαφή.
Με την συγκεκριμένη μπακαλίστικη (ας μου επιτραπεί ο όρος) λογική τους όμως, διαλύθηκαν δύο από τις κορυφαίες ομάδες του μπασκετικού Ολυμπιακού όλων των εποχών. Εκείνη της Πόλης κι εκείνη του Λονδίνου. Συνεχίσαμε με δυο χρόνια μπόσικου βάζελου και κατακτήσαμε συνεχόμενα πρωταθλήματα στην Α1. Επανήλθαμε κακήν κακώς στη δεύτερη θέση -η οποία μας έχει γίνει συνήθεια με την αρνητική έννοια- και ποιος ξέρει που θα καταλήξουμε στην πορεία. Με αποκορύφωμα τη φετινή χρονιά που καταντήσαμε (επειδή περί κατάντιας πρόκειται) να αποχωρήσουμε στο ημίχρονο ενός αγώνα από ένα γινάτι και να συγκαλύψουμε την αγωνιστική μας ανεπάρκεια έναντι του βάζελου, με ένα -δικαιολογημένο εν μέρει αλλά σε καμία περίπτωση καθοριστικό- διαιτητικό κατηγορητήριο έναντι του παγιωμένου αντιολυμπιακού κατεστημένου που έχουν εδραιώσει τα δύο συγχωρεμένα Χόμπιτ από την εποχή που είχαν προπονητή τον Σούμποτιτς και διατήρησε -φυσικά- ο νεανίας διάδοχος κι επίδοξος κληρονόμος μέχρι τη μέρα που γράφεται το συγκεκριμένο κείμενο.
Να επισημάνω και να τονίσω εδώ, ότι αυτή η αποχώρηση θα έπρεπε να είχε λάβει χώρα από την εποχή Γιαννάκη. Στη ΔΕΔΟΜΕΝΗ σφαγή που είχε πραγματοποιηθεί τότε. Επίσης, η οποιαδήποτε αποχώρηση πρέπει και ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ να γίνεται κάβαλα στο άλογο. Σε καμία άλλη περίπτωση…
Όλα έχουν μια λογική ακολουθία. Αν αποζητούσαμε εκκαθάριση του ρόστερ με κάθε τρόπο, θα μπορούσαμε να την είχαμε επιτύχει με τον οποιονδήποτε στον πάγκο μας. Η φαινομενική εκκαθάριση όμως, επιτεύχθηκε εξαιτίας του διλήμματος “μείωση ή αποχώρηση” που έθεσαν άκομψα οι δικοί μας διοικούντες και σε καμία περίπτωση εξαιτίας του Μπλατ. Αν ήθελε ο Μπλατ να εφαρμόσει εκκαθάριση του έμψυχου δυναμικού, ποιος τον εμπόδιζε να το κάνει πέρσι τέτοια εποχή; Πάλι διακοπές συμβολαίων θα έπρεπε να απαιτήσει και να ξαναχρησιμοποιήσει τις ίδιες αστήριχτες αμπελοφιλοσοφίες του ύφους “κάθε ομάδα χρειάζεται έναν Μπόγρη”, δήλωση, απόλυτα unfair αν μη τι άλλο. Άσχετα αν αποδείχτηκε ότι τον χρησιμοποιούσε για λαϊκή κατανάλωση. Unfair προφανώς επειδή δεν γίνεται να σεντράρεις τελικά τον παίκτη που εκθειάζεις καθ’όλη τη διάρκεια της χρονιάς…
Σε τελική ανάλυση, τι να τον κάνεις τον Μπλατ αν τον θέλεις μόνο για εκκαθάριση; Μήπως επειδή διαθέτει το μεγάλο όνομα και τις περγαμηνές ακόμα και πέρα από τον Ατλαντικό, ώστε να αποδεχτεί το φιλοθεάμον κοινό τις συγκεκριμένες αποχωρήσεις, όσο το δυνατόν πιο αναίμακτα; Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι που δέχτηκαν τις μειώσεις, επειδή δεν βρίσκονται σε ηλικία και σε κατάσταση αποχώρησης, ΠΑΡΑ τις προτάσεις που έχουν στα χέρια τους από Φενέρ (μετά από προσωπική επικοινωνία του ίδιου του Μελιτζάνα), Εφές και Αρμάνι.
Αναμφισβήτητα λοιπόν, επειδή το my way του Sinatra δεν συνάδει σε καμία περίπτωση με τη λογική των Αγγελόπουλων, θα επιλέξω την ερμηνεία του King Elvis, επειδή αποτελεί ξεκάθαρα ανώτερη και συναισθηματικότερη έκδοση από την πασίγνωστη του Frank. Διαφορετικά, από αντίδραση και μόνο, θα επέλεγα ακόμα κι εκείνη της Shirley Bassey (thanks Άννα για το Shirley credit), επειδή τη θεωρώ κλάσεις ανώτερη σε ζωντανή εκτέλεση και στην ηλικία των 50 ετών κιόλας, προκειμένου να βάλω video του αχρείου Frank εδώ μέσα. Ο βασιλιάς ήταν ένας και δεν θα υπάρξει δεύτερος με τέτοιο φωνητικό εύρος, κλίμακα ερμηνείας και συναισθηματική προσέγγιση. Play it again Sam…