Με αφορμή τη σπέκουλα για τα οικοδομικά υλικά που σωρηδόν εκσφενδόνιζε ο Καλάθης στo Παλάθιο ντε Ντεπόρτες ντε λα Κομουνιδάδ ντε Μαδρίδ, ακολουθεί μπασκετική παραβολή για τον Έλληνα Ριγκοντό (σ.σ. που όντως είχε μικρότερα αυτιά) Το κοινό τους; Παρέμενε στοχευμένα αμαρκάριστος κι ο Θύμιος στη γραμμή του τριπόντου, από κάθε αντίπαλο παίκτη -σαν ένας άλλος Κρομανιόν Καλάθης- προκειμένου να παίζουν οι υπόλοιποι τέσσερις ένα άτυπο μπακότερμα.
Dream Theater – Space-Dye Vest (Lyrics)
Ο (γραπτός) λόγος στον Blitzkrieg…
Ήταν μία από τις βαριές, γεμάτες σύννεφα, εκείνες ημέρες που στην επαρχία σηκώνονται πάντοτε με
μεγαλύτερη προσπάθεια απ’ ό,τι στην πρωτεύουσα. Πρέπει να ήταν κάπου γύρω στον Οκτώβριο ή
Νοέμβριο αν δεν κάνω λάθος, του 94. Το φως είχε υποχωρήσει πλέον, όταν άρχιζε το παιχνίδι με τον
Πάοκ στο Αλεξάνδρειο, και το οποίο επεφύλασσε μία έκπληξη σε όσους στηνόμαστε μπροστά στην
οθόνη της τηλεόρασης για να παρακολουθήσουμε μπάσκετ.
Ο Ολυμπιακός του Ιωαννίδη, του Έντι, του Σιγάλα, του Φασούλα ακόμη, πέρασε νικηφόρα με 65-74.
Αυτό δεν ήταν ακριβώς έκπληξη μια και εκείνη την εποχή βλέπαμε σχεδόν διαστημικό μπάσκετ με το
εναρκτήριο ματς του Έντι στο Αλεξάνδρειο, έναντι του Άρη αυτή τη φορά, ή το σκόρπισμα της Εφές
μέσα στην Τουρκία. Η έκπληξη συνίστατο στο ότι εκείνος ο Ολυμπιακός που υπερκέρασε τον
ασπρόμαυρο αντίπαλο ήταν, για εκείνη τη βραδιά, ο Ολυμπιακός του Μπακατσιά.
Στο YouΤube δεν βρίσκω τίποτε σχετικό, δεν μπορώ να βρω καν την ακριβή ημερομηνία, αλλά θυμάμαι τον Μπακατσιά να τρυπάει συνεχώς την άμυνα του Πάοκ – κατάφερα να βρω ότι τέλειωσε το ματς με 19 πόντους (!), πρώτος σκόρερ, με δεύτερο τον Βολκόφ, το ουκρανικό αυτό παγόβουνο με την πήλινη μέση και το κοντομάνικο μέσα από τη φανέλα. Ελπίζω κάποιος με καλύτερη μνήμη ή -σημαντικότερο ακόμη– αρχείο να διαφωτίσει πλήρως για τις λεπτομέρειες του αγώνα.
Δεν θυμάμαι άλλωστε πολλές, θυμάμαι όμως χαρακτηριστικά τη σύνδεση που έκανα στο μυαλό μου
εκείνη την ημέρα, και την οποία διατηρώ ακόμη και σήμερα.
Για κάποιον λόγο, που πάλι δεν μπορώ να βρω, θυμάμαι ότι εκείνη ακριβώς την ημέρα, που είχαμε την
εκπληκτική εμφάνιση του Ευθύμη Μπακατσιά μέσα στο σπίτι του Πάοκ, την ίδια ακριβώς ημέρα,
άκουσα για πρώτη φορά το Images and Words, ενός φερέλπιδος ως τότε συγκροτήματος, των Dream
Theater, το οποίο πολλοί συντάκτες του HM/MH θεωρούσαν – υπερβολικά – ως το μέλλον του metal.
Αυτό που με προβληματίζει είναι ότι ήταν σίγουρα Κυριακή, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να
έφτασε στα χέρια μου τότε, καθώς επρόκειτο για ημέρα που δεν λειτουργούν τα ταχυδρομεία και οι
αντικαταβολές.
Για να μη χαλάσει, όμως, η μαγεία, ας υποθέσουμε ότι τότε, ακριβώς την ίδια ημέρα που ο Μπακατσιάς
άλωσε το Αλεξάνδρειο, οι DT άλωσαν τα αυτιά μου – τα αυτιά εκείνες τις εποχές, πολύ πριν την έλευση του internet, ήταν παρθένα και ειδικά στην επαρχία, εύκολα διακορεύσιμα οφείλουμε να ομολογήσουμε.
Όπως και τα μάτια, άλλωστε.
Για όσους δεν ακούνε metal, θα πρέπει να πω ότι είναι δύσκολο να περιγράψω τι αισθανόταν κανείς όταν άκουγε πρώτη φορά DT. Ειδικά όταν το πρώτο κομμάτι που άκουγε από αυτούς ήταν το Pull me Under, ένα υπερ-επικό άσμα 7 λεπτών που τρύπαγε τα σωθικά σου με τον τρόπο που εκείνη, τη μοναδική, βραδιά ο Ευθύμης τρυπούσε την άμυνα του Πάοκ. Ήταν μία a-ha effect στιγμή που σε άφηνε να ψάχνεις τα σαγόνια στο πάτωμα (για να περιαυτολογήσω, όπως άλλωστε κάνω τόση ώρα με πρόσχημα τον συμπαθέστατο πιστό στρατιώτη Ευθύμη, ο οποίος ακόμη και σε αυτή την περίπτωση που υποτίθεται πως γράφεις γι’ αυτόν προτιμά να βρίσκεται στο παρασκήνιο και μακριά από τα φώτα, τέτοιες a-ha effect στιγμές η μουσική προσφέρει ουκ ολίγες, ως η πιο άμεση τέχνη μάλλον, και ειδικά σε εμένα αυτές τις είχαν προσφέρει ήδη το …And Justice For All με το σφυρί του Blackened στην αρχή, ή το Operation Mindcrime που ήταν τόση γλώσσα βουτηγμένη σε μυαλό μέσω μουσικής που σου μάθαινε μία υπεραρμονικά καινούργια γλώσσα την οποία απλώς δεν μπορούσες να επικοινωνήσεις παρά χάνοντας τα λόγια σου).
Τεσπά, ξεφεύγω πολύ και ο Μάρκος κοιτάζει χτυπώντας το πόδι σε ρυθμό Portnoy το βλέπω.
Στο μυαλό μου DT και εμφάνιση Μπακατσιά συνδέθηκαν αξεδιάλυτα εκείνο το βράδυ λοιπόν.
Τώρα, γράφοντας για τον Ευθύμη, θα προσπαθήσω να κάνω μία λογική σύνδεση των δύο
πραγματικοτήτων.
Ο Ευθύμης Μπακατσιάς ήταν ένας ψηλόλιγνος τύπος, που ήρθε από το ηρωικό εκείνη την εποχή
Παγκράτι που είχε ως ψυχή του τον τίμιο Σάκη Τζαλαλή ο οποίος ήταν ας πούμε μία πιο εξευγενισμένη εκδοχή του Βασίλη Λυπηρίδη – ή ο Λυπηρίδης θα μπορούσε να ήταν εξευγενισμένη εκδοχή του Τζαλαλή καθότι έμοιαζαν με τον C3PO και τον R2D2 στον πόλεμο των άστρων, με τα άστρα να είναι όλοι οι υπόλοιποι μπασκετμπολίστες και τα ρομπότ αυτοί οι δύο. Ο Ευθύμης Μπακατσιάς, λοιπόν, ήταν ένας ύψους 1,96 πλέι μέικερ, κάτι πολύ σημαντικό σε μία εποχή που όλοι αναμέναμε με αγωνία, ειδικά όσοι βλέπαμε μπάσκετ, τον πλέι μέικερ του 2000, πολύ περισσότερο και από αυτό το ίδιο το 2000. Ο πλέι μέικερ του 2000 υποτίθεται πως ήταν ο Ριγκοντό, ο αντιπαθής αυτός Γάλλος με τη μόνιμη ψύξη και τα δωράκια, προφανώς, στο Τρίποντο για την τόση διαφήμιση, ο οποίος πάντα ήταν κατώτερος του
αναμενομένου.
Ο Μπακατσιάς δεν ήλθε ακριβώς ούτε για βασικός ούτε για έκτος ούτε για αναπληρωματικός. Θα
εναλλασσόταν με τον Τόμιτς – ίσως και τον Λημνιάτη; – στη θέση του πλέι μέικερ, ανάλογα πώς ήθελε
να παίξει ο Ιωαννίδης. Ήταν πλέι μέικερ με ταβάνι, δεν είχε καλό σουτ – θυμάμαι στην 35άρα, όταν
έβαλε ακόμη και αυτός τρίποντο, άρχιζες να καταλαβαίνεις ότι κάτι καλό πάει να γίνει, είχε προσήλωση
στα αμυντικά του καθήκοντα και οργανωτικά ήταν τίμιος, αλλά ποτέ δεν έκανε τη διαφορά.
Εκτός από εκείνο το ματς με τον Πάοκ που έμαθα τους DT.
Η ομάδα εκείνη την εποχή, 94-95, καλείτο να καλύψει, ως ομάδα πια, το κενό του ανθρώπου-ορχήστρα με τα τρεμάμενα χέρια την κρίσιμη στιγμή, ο οποίος δεν είχε απλώς φύγει, αλλά προδώσει την καρδιά του γαύρου – γι’ αυτό άλλωστε ο γαύρος τον συγχώρεσε μετά, διότι η καρδιά είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος για να μένουν σκιές, love is an act of blood and I am bleeding σύμφωνα με τα λόγια του ποιητή.
Έπρεπε, λοιπόν, να το καλύψει το κενό ομαδικά καθότι, ναι μεν ο Έντι αποδείχτηκε πιστόλι από την
Αμερική, αλλά υπήρχαν αναταράξεις από την καταστροφή της τριανδρίας που φυσικά δεν μπορούσε να
σιγάσει ούτε η έλευση του Βολκόφ, ως απάντηση στην αρπαγή του ωραίου Ζάρκο. Έμεναν Φασούλας,
Σιγάλας, Τάρλατς, Τόμιτς και οι υπόλοιποι, ανάμεσα στους οποίους και ο Ευθύμης.
Ο Ολυμπιακός εμφανίστηκε στην έναρξη της σεζόν σαν υπερ-ομάδα – αν εξαιρέσουμε την κακοποίηση
του μπάσκετ στο κλειστό του Σπόρτινγκ από τους αιώνιους στον αγώνα κυπέλλου. Όπως εμφανίστηκαν οι DT ως υπερ-γκρουπ στο μυαλό μου. Αν πούμε ότι η πεντάδα που κατέβαζε ο Ιωαννίδης ήταν σύνολο μουσικό θα μπορούσε να ήταν και οι DT – βάλτε όποιον θέλετε από το πενταμελές συγκρότημα στη θέση όποιου θέλετε από την πεντάδα του Ολυμπιακού αλλά ας κρατήσουμε τον ρόλο του Kevin Moore, του μεγάλου πληκτρά που το μόνο που συναγωνιζόταν την εκπληκτική του ικανότητα στα πλήκτρα ήταν το εκπληκτικό του μαλλί, για τον πλέι μέικερ της ομάδος.
Έντι Πετρούτσι, Σάσα Μγιουνγκ, Πάνυ Πορτνόυ, Ράμπο ΛαΜπρι, ας πούμε και για τη θέση του Κέβιν,
χμ, τελικά μήπως αυτό ήταν το πρόβλημά μας; Ότι δεν είχαμε σπουδαίο πληκτρά, και ότι όταν ήλθε ο
σπουδαίος πληκτράς – την εποχή που ο Kevin Moore έχοντας ξενερώσει με τη φάση DT είχε
αυτομολήσει – πήραμε το Ευρωπαϊκό;
Τον ρόλο του μέγιστου Kevin Moore, μίας από τις λίγες περιπτώσεις μουσικής εν συνόλω κλεισμένης σε
σώμα μουσικού, καλούνταν να αναλάβουν ο Τόμιτς με τον Μπακατσιά από κοινού. Ο καθένας είχε
ικανότητες, αλλά από τον καθένα έλειπαν πραγματάκια για να καθορίσει την πορεία εκείνη που θα
οδηγούσε στο Γκράαλ.
Εκείνη η εμφάνιση του Ευθύμη στο Πάοκ-Ολυμπιακός ήταν, νομίζω, η καλύτερή του – τουλάχιστον σε
παιχνίδι σημαντικό. Συνέβη την ίδια βραδιά που έμαθα τους DT, μια βραδιά ωραία καθώς είχα μάθει ένα σπουδαίο συγκρότημα και είχε συνοδευτεί από μία μεγάλη νίκη εν μέσω πέτρινων ποδοσφαίρου – αυτά, τότε, ήταν πολύ σημαντικά για τον γαύρο.
Όμως.
Όμως, η ομάδα εκείνη του Ιωαννίδη δεν είχε τον πληκτρά που χρειαζόταν για να κατακτήσει την κορυφή του κόσμου με τον τρόπο που θα το έκαναν οι DT. Ο Μπακατσιάς ήταν ένας αξιοπρεπής πληκτράς που όμως πάντα σου έδινε την αίσθηση ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτε παραπάνω – με όρους μπάσκετ που παίζαμε τότε, στις μπασκέτες που ανθούσαν, εξίσου θελκτικά στα μάτια μας ως εφήβων με την ήβη των κοριτσιών, κανείς ποτέ δεν ήταν ο Μπακατσιάς, πολλοί ήταν ο Τόμιτς αλλά κανείς ο Μπακατσιάς – δεν βοηθούσαν και τα αυτιά του.
Με όρους DT η εμφάνιση του Μπακατσιά εναντίον του Πάοκ ήταν το αντίστοιχο Space-Dye Vest του – η μπαλάντα που ΔΕΝ ήταν στο Images And Words που είχα ακούσει τη μέρα της νίκης επί του Πάοκ αλλά στο επόμενο Awake και την οποία οι φίλοι που διαβάζουν και δεν έχουν ιδέα από DT ας κάνουν τη χάρη στον εαυτό τους να ακούσουν. Αλληγορικά, η εμφάνιση του Μπακατσιά ήταν από το μέλλον, όπως το SpDye δεν ήταν του Images And Words και, φυσικά, δεν μπορείς να επαναλάβεις κάτι που έχει συμβεί στο μέλλον.
Το SpDye του Ευθύμη ήταν απλώς το ταβάνι του, τη στιγμή που το SpDye του Moore ήταν μία ακόμη
στιγμή του. Αν μπορούσε ο Ευθύμης να παίζει στο επίπεδο του Moore το Ευρωπαϊκό θα το παίρναμε και επί Ιωαννίδη.
Τι μένει από τον Ευθύμη; Όταν ήταν απλώς ένας τύπος που συμπλήρωνε την πεντάδα; Ακούγεται κακό, αλλά δεν είναι έτσι, αν αναλογιστεί κανείς τι καλολαδωμένη μηχανή ήταν ο Ολυμπιακός του 94-95 –τουλάχιστον ως κάποια στιγμή, μετά άρχισε να κάνει νερά, όχι πάντως λόγω Μπακατσιά, για να
τελειώσει με εκείνο το υπεραγχωτικό τρόπο τη σεζόν.
Ίσως, ίσως, αν ο Ιωαννίδης αποφάσιζε νωρίτερα να φέρει ολοκληρωμένο πλέι μέικερ ο Μπακατσιάς να
είχε περισσότερες στιγμές Kevin Moore, όχι διότι θα γινόταν ξαφνικά ο τρομερός πληκτράς, αλλά επειδή είχε τη jazz, τον αυτοσχεδιασμό μέσα του, και θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα, ακόμη και μέσα από τις αδυναμίες του. Ίσως να τον έβλεπα τότε πιο – δεν ξέρω πώς να το πω – γεμάτα, όπως τελικά είδα τον Moore στους Fates Warning το 2005 και όχι πάντως στους DT.
Υ.Γ. Θυμάμαι, ακόμη, να εξετάζονται από τα πηγαδάκια των 18χρονων, τρόποι να εξολοθρευτεί η DT2 –όχι οι Dream Theater αυτή τη φορά, αλλά η Dream Team του Σακίλ. Και θυμάμαι κάποιον, να λέει –αφού είχαμε τακτοποιήσει τον Σακίλ ρίχνοντάς του πάνω τον Τσέκο– ότι ο Μπακατσιάς θα έπιανε τον
Ρέτζι Μίλλερ. Αλλά μάλλον εκείνη την εποχή δεν άκουγα καλά λόγω DT.
Υ.Γ. Υπάρχει αυτό http://legend7histories.blogspot.com/2015/06/1994-1995.html