“I say to you, there is only one way in which the world can be saved from itself and that is by the realisation that love overcometh all things.
That those who have gone before you are concerned for you, each one.
We come back to your world endeavouring to break down the barriers that you have created by foolishness and ignorance over the centuries and we knock at your door, hoping and praying that you will open just a little, that we may enter therein and save you from yourselves.
I think we were disconnected”.
Disconnected part 1:
Αν θεωρήσουμε ότι η περσινή χρονιά ήταν αποτυχημένη βάσει τροπαίων και διακρίσεων της ομάδας μας, μπορούμε κάλλιστα να βρούμε άλλη μια εναλλακτική αποτυχία του μπασκετικού Ολυμπιακού. Ποια ήταν αυτή; Η απώλεια ταύτισης με την ομάδα που λατρέψαμε. Εξανεμίστηκε ο ψυχισμός του οπαδού με την ομάδα του. Χάθηκε ο δίαυλος επικοινωνίας με την ομάδα που αποτελούσε φόβητρο κάθε αντιπάλου. Υπάρχουν πολλοί νοήμονες οπαδοί εκεί έξω που αναλογίζονται με τον ίδιο τρόπο και δεν ξεγελάστηκαν από την επικοινωνιακή καυτή πατάτα του #μέχρι_τέλους των Αγγελόπουλων. Αρκετοί φίλαθλοι που θα σταματήσουν να ασχολούνται με τον μπασκετικό Ολυμπιακό επειδή απογοητεύτηκαν από τους χειρισμούς της διοίκησης και την αγωνιστική ανεπάρκεια της ομάδας. Δυστυχώς, αυτός ο αριθμός αποχωρήσεων θα αυξηθεί αν συνεχιστεί και φέτος το ίδιο μοτίβο.
Disconnected part 2:
Fates Warning – Disconnected Pt. 2
Η φετινή στελέχωση λοιπόν, θεωρείται καλύτερη από την περσινή. Η ομάδα αναμένεται να εμφανιστεί ανταγωνιστικότερη στο γήπεδο. Επειδή προσέθεσε νέα πρόσωπα που ταιριάζουν αγωνιστικά περισσότερο και αναμένεται να αλληλοσυμπληρωθούν καλύτερα με τους υπάρχοντες παίκτες.
Καλύτερη από την άποψη της ενέργειας που θα αποτυπώνεται στο παρκέ καθ’όλη τη διάρκεια του σαραντάλεπτου. Παίκτες που θα μαρκάρουν περισσότερο και θα αμύνονται αποτελεσματικότερα. Όπως ο Μπόλντουϊν, ο Κόνιαρης και -λιγότερο- ο Τσέρι στην περιφερειακή μας γραμμή. Ίσως επίσης να προσπαθούν περισσότερο οι Πολ και Πάντερ. Αν και υποτίθεται ότι είχαμε επιλέξει Τουπάν πέρσι και αργότερα τον Ουέμπερ για τον ίδιο λόγο. Από τους οποίους βέβαια, μόνο ο Ουέμπερ εντάχθηκε πλήρως στην ομάδα. Θέμα προπονητή; Θέμα σχέσεων με τους υπόλοιπους; Εξωαγωνιστικό θέμα; Θα δούμε τι θα προκύψει φέτος και θα κρίνουμε. Αν θεωρήσουμε ότι ο Μπόλντουϊν αντικατέστησε τον Ουέμπερ, θα εκνευριστούμε αν υποθέσουμε ότι ο Τσέρι αντικατέστησε τον Γκος. Για ποιο λόγο; Επειδή κανείς τους δεν είναι δημιουργός παιχνιδιού για τους συμπαίκτες του ή για τον εαυτό του. Είναι αδιανόητο να μην υπάρχει δημιουργός στη νευραλγική θέση του play maker στο σύγχρονο μπάσκετ, αλλά αντ’ αυτού να υπάρχουν δύο (2) παίκτες που δεν κάνουν έναν καλό δημιουργικό γκαρντ. Ο παίκτης αμυντικός εξολοθρευτής (Μπόλντουϊν) και ο συμπληρωματικός γκαρντ χωρίς μια σταθερά στο παρκέ (Τσέρι). Ποια θα ήταν η ιδανική στελέχωση; Ο Χένρι ή ο Πένο σε ρόλο δημιουργικού-αμυντικού play maker κι ο Στρέλνιεξ σε ρόλο σουτέρ με ταυτόχρονες ικανότητες play maker, ώστε να συνυπάρχει με έναν καλό αμυντικό που κάνει τα πάντα στο παρκέ.
Στη θέση 2 τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα από πέρσι. Όχι επειδή υπάρχει τρομερή διαφοροποίηση στην αποτελεσματικότητα (αφού αυτή αντικατοπτρίζεται μόνο στους επίσημους αγώνες) αλλά επειδή υπάρχει φαινομενική αναβάθμιση. Ο Πάντερ δείχνει ότι θα μπορέσει -θεωρητικά- να ανταποκριθεί στο υψηλό επίπεδο της Ευρωλίγκα (απορώ γιατί δεν πήρε Τζάρελ Έντι με το ίδιο σκεπτικό του franchise player ο Μπλατ) και ο Πολ θα τα καταφέρει πολύ καλύτερα από μακρινή και μέση απόσταση. Αυτοί οι δύο αλληλοσυμπληρώνονται κατά μια έννοια και σε δημιουργικό υπόβαθρο. Δημιουργία θα υπάρχει φυσικά κι από την πλευρά του Σπανούλη, όταν και όποτε το απαιτούν οι συνθήκες. Αρκεί να πασάρει ταχύτερα τη μπάλα, χωρίς να καταναλώνει 15 δεύτερα ανά επίθεση. Ποια θα ήταν η ιδανική στελέχωση; Μαρσόν Μπρουκς με Τζάρελ Έντι. Καλαθομηχανές με δημιουργία…
Η περσινή αστοχία των τριών forwards επίσης, διορθώθηκε εν μέρει φέτος. Γιατί εν μέρει; Να εξηγήσω τι σκέφτομαι. Είχαμε πέρσι τους Παπανικολάου, Τίμα, Τουπάν αλλά κανείς δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Φέτος έχουμε μόνο τον Παπανικολάου στην ουσία. Κατά συνθήκη τον Κουζμίνσκας και -κατά δημοσιογράφων- τον Βεζένκοφ. Ακολουθεί ο Ποκουσέφσκι σαν τελευταία επιλογή. Φαινομενικά καλύτερη στελέχωση, αλλά όταν παραστεί ανάγκη, δεν θα υπάρχει καλό μακρινό σουτ σε σταθερή βάση από τη συγκεκριμένη θέση, παρά μόνο με την παρουσία Κουζμίνσκας. Σημείωση: Κακώς ο Ποκουσέφσκι δεν δουλεύει το μακρινό του σουτ αλλά επιλέγει σε μόνιμη βάση την κυριαρχία μέσω ρακέτας εξαιτίας του ύψους του. Εφήμερη κυριαρχία σε παίκτες της ηλικίας του. Συνεχίζω. Ποια θα ήταν η ιδανική στελέχωση; Ο Κουζμίνσκας στο 3 ή ο Τζάρελ Έντι (φθηνός και δοκιμασμένος στην Ευρώπη πλέον) ή άλλος αθλητικός παίκτης με πολύ καλό μακρινό σουτ όπως ο Τίμα για παράδειγμα.
Στη θέση 4 αναμένεται να χρησιμοποιείται ο Κουζμίνσκας, με βασικό τον Πρίντεζη και τον Βεζένκοφ σαν τρίτη επιλογή. Υποτίθεται ότι προσπαθούσαμε να υπογράψουμε τον Έβανς όλο το καλοκαίρι ενώ εκείνος προτιμούσε να δοκιμάσει στο ΝΒΑ, αλλά τελικά κατέληξε στη Χίμκι (για να μην ξεχνιόμαστε…). Τι σχέση έχει τώρα ένα αθλητικό 4άρι με παιχνίδι above the rim (Έβανς), με ένα πρώην τριάρι (Κουζμίνσκας) που θα το μετατρέψουμε σε κατά συνθήκη 4άρι εξαιτίας της στελέχωσής μας; Χώρια που υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να μην βρει ρόλο και θέση όπως έγινε με τον Τίμα πέρσι κι αυτό με ανησυχεί περισσότερο απ’όλα. Υπάρχει δεδομένη δημιουργία στη θέση και από τους δύο βασικούς που θα την καλύψουν. Ποια θα ήταν η ιδανική στελέχωση; Κάποιος παίκτης με τα στοιχεία του Άντονι Γκιλ που θα κάλυπτε τον Πρίντεζη ακόμα και στο μακρινό σουτ.
Θεωρώ ότι οι επιλογές στη θέση 5 είναι ισορροπημένες με τις αντίστοιχες περσινές. Λεντέι και Μπόγρης εναντίον Ρούμπιτ και Χαπ. Ο Λεντέι προσέφερε σκορ και θέαμα σε αντίθεση με τον Ρούμπιτ που θα προσφέρει άμυνα και ουσία. Ο Χαπ θα μπορεί θεωρητικά να βάλει τη μπάλα στο πλεκτό. Θα ήταν ιδανικό να διέθετε κι ένα υποτυπώδες μακρινό σουτ για να αντιπαρέρχεται στις περιπτώσεις που θα κλείνουν οι χώροι στη ρακέτα από αθλητικούς και υψηλότερους παίκτες. Η σημαντικότερη έλλειψη στη γραμμή των ψηλών είναι η άμυνα above the rim. Ο Μιλουτίνοφ δεν είναι ο φανατικότερος αμυντικός ψηλός, αν και τον θεωρώ καλύτερο αμυντικό ψηλό από όλους τους Σέρβους που παρακολουθήσαμε στο πρόσφατο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ο Ρούμπιτ από την άλλη μεριά, ίσως να μπορεί να παίζει καλή άμυνα χαμηλά όπως κάποτε ο Τζόι Ντόρσεϊ με το δυνατό κορμό του ή με την τοποθέτηση των χεριών του, αλλά φαίνεται να έχει πάρει κιλά με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αμυνθεί ιδανικά στα “ψηλότερα πατώματα”. Με λίγα λόγια, θα σπρώχνει καλά αλλά θα περνούν από πάνω του. Τέλος, ο Χαπ, μπορεί να έπαιζε έξυπνα και αποτελεσματικά στο κολέγιο με πλάτη και πρόσωπο στην επίθεση, αλλά στην άμυνα έδειχνε να υστερεί. Στην Ευρωλίγκα φυσικά, θα αυξηθεί ο βαθμός δυσκολίας. Ουδεμία σύγκριση κολεγιακού μπάσκετ με το κορυφαίο πρωτάθλημα εκτός ΝΒΑ. Καλός στην πάσα και στη δημιουργία αλλά η κοψιά του παραπέμπει σε παλαιάς κοπής ψηλό (όχι γρήγορο και ούτε αλτικό κατά συνέπεια). Ένας value for money ψηλός, με αντίληψη του γηπέδου και καλή δημιουργία για το ύψος του αλλά με μειονέκτημα στην άμυνα έναντι ψηλότερων ή αλτικότερων αντιπάλων και χωρίς μακρινό σουτ. Ένας φθηνότερος και “παραλίγο” Βόιτμαν δηλαδή. Ποια θα ήταν η ιδανική στελέχωση; Ο Μιλουτίνοφ (φυσικά), ο Χάγκινς (ή ο Τάιους) και ένα στρετς 5άρι τύπου Σκόλα.
Για να συνοψίσω όλο αυτό: Η στελέχωση θα ήταν ιδανική αν είχε επιλεχθεί αθλητικό 4άρι ενώ θα παρέμενε ο Κουζμίνσκας σαν ενδιάμεσος στους forwards, με την ταυτόχρονη προσθήκη αθλητικού undersized ψηλού (ΜΑΠ δηλαδή) στο 5 κι ενός δημιουργικότατου play maker αντί του Τσέρι. Ακόμα και ένας καλός άσος αντί του Τσέρι, θα βελτίωνε κατά μεγάλο βαθμό της ποιότητα του συγκεκριμένου ρόστερ. Βιάστηκε να κλείσει το ρόστερ ο Μπλατ; Είχε κι άλλα χρήματα που δεν τα διέθεσε σε μια καλύτερη επιλογή αλλά πήγε στη “σιγουριά” του Τσέρι; Παίρνει ποσοστά από γραφείο ατζέντηδων και επέλεξε τους συγκεκριμένους παίκτες; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά.
Εντοπίζω το αγωνιστικό πρόβλημα σε δύο σημεία, για όσους δεν κατάλαβαν.
1. Στην έλλειψη αμυντικής θωράκισης (ειδικότερα στη ρακέτα) εκτός 3-4 συγκεκριμένων παικτών στο σύνολο, αλλά κυρίως στην έλλειψη διάθεσης για αμυντική προσπάθεια και στην απώλεια αμυντικής προσήλωσης που θα προκύπτει αβίαστα στη διάρκεια των αγώνων. Γιατί; Επειδή δεν υπάρχει προπονητής που να εμπνέει τους παίκτες (γνωρίζουν ότι δύσκολα θα τους προπονεί και την επόμενη χρονιά ο Μπλατ, όσο αξιαγάπητος κι αν είναι) να τα δώσουν όλα αλλά και επειδή δεν υπάρχει αγωνιστική σύμπνοια μεταξύ των παικτών για ανατροπή σε οποιοδήποτε σκορ. Καμία ανατροπή, επειδή πολύ κυνικά κι απερίσκεπτα διαλύθηκε ο κορμός, η ταύτιση και η αυταπάρνηση του “ένας για όλους και όλοι για έναν” με την πάροδο των χρόνων, εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών των Αγγελόπουλων. Το κατόρθωσαν και αυτό. Επειδή περί κατορθώματος πρόκειται…
2. Στην έλλειψη δημιουργών από κάθε θέση και ειδικότερα από τη θέση του play maker. Κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα στο πρόσφατο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Οι ομάδες που κυριάρχησαν ήταν εκείνες που διέθεταν δημιουργικά και εκτελεστικά άψογους play makers. Το σύγχρονο μπάσκετ απαιτεί ταχύτητες εθνικής Ισπανίας, αντιδράσεις εθνικής Αργεντινής και συστήματα Ουόριορς. Τι διαθέτει ο Ολυμπιακός απ’αυτά; Τίποτα. Η ομάδα μας χρειάζεται 2 εξαιρετικούς δημιουργούς στη θέση του play maker κι αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει κανέναν. Ακόμα κι ο “άσουτος” Γιόβιτς θα φάνταζε όαση μπροστά στους υπάρχοντες.
Στα υπόλοιπα τώρα, ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι ξεχάστηκαν οι πρόσφατες ηχητικές καταγραφές, ότι καταλάγιασαν οι αγωνιστικές έριδες με τις αποχωρήσεις Μάντζαρη-Μπόγρη-Αγραβάνη, ότι ηρέμησαν οι αντιδραστικές φωνές με αφορμή το πρόβλημα υγείας του προπονητή, θα συνεχίσει να πλανάται το γκρίζο συννεφάκι της αμφιβολίας πάνω από την Αρκάντια και πάνω από το ΣΕΦ κατ’επέκταση. Δεν αναφέρομαι φυσικά στο συννεφάκι της οικονομικής αφερεγγυότητας.
Δεν ξεχνώ επίσης τις φρούδες εξαγγελίες για νέο γήπεδο, ενώ δεν μπορούμε να δώσουμε το 1,7 του Σλούκα για να πάρουμε έναν Ντάριους Άνταμς…
Εκτιμώ λοιπόν ότι θα αποτύχει (και) η φετινή ομάδα. Επειδή οι κορυφαίοι Έλληνες έχουν απογοητευθεί από τους χειρισμούς των Αγγελόπουλων στα εξωαγωνιστικά θέματα, επειδή βλέπουν και βιώνουν ότι οι Αγγελόπουλοι δεν επενδύουν αγωνιστικά στην ομάδα με φτασμένους ξένους για να στηρίξουν το δημιούργημά τους, επειδή όταν θα κληθούν να τραβήξουν την ομάδα στα δύσκολα για μια ακόμη φορά δεν θα μπορούν πλέον (εδώ και 2-3 χρόνια δεν μπορούν). Εξαιτίας της κούρασης αλλά και εξαιτίας της ψυχοφθόρας διαδικασίας να παλεύουν κάθε χρόνο εναντίον των καλύτερων της Ευρώπης χωρίς να έχουν δίπλα τους το ανάλογο supporting cast.
Ακόμα κι αν παρακάμψουμε όλα αυτά που μας οδήγησαν στο περσινό αγωνιστικό κατάντημα, ποιος μπορεί να εγγυηθεί την αγωνιστική σταθερότητα και την αγωνιστική ανάκαμψη της ομάδας μας; Όταν στην αντίστοιχη περσινή περίπτωση, δεν βγήκε κανείς μπροστά να επωμισθεί το βάρος των ευθυνών. Κανείς τους δεν γνώριζε για το πρόβλημα υγείας του Μπλατ; Το θεωρώ απίθανο. Κανείς δεν τον κάλυψε αγωνιστικά. Ούτε ο Σπανούλης, ούτε ο Πρίντεζης, ούτε ο Παπανικολάου, ούτε ο Μάντζαρης. Ούτε αρχηγοί, ούτε κορμός Ελλήνων, ούτε τίποτα. Μήπως το ίδιο συμβεί και φέτος σε αντίστοιχη περίπτωση;
Χαραλαμπόπουλος από του χρόνου και Κόνιαρης από φέτος. Κανείς άλλος… Μόνο ξένοι.
Ας θυμηθούμε ένα ρόστερ του παρελθόντος. Ένα συνονθύλευμα παικτών από διάφορες εθνικότητες, οι οποίοι δεν κατάφεραν τελικά να γίνουν ομάδα:
Μπλου Έντουαρτς, Κρις Μόρις, Φαμπρίσιο Ομπέρτο, Ντράγκαν Τάρλατς, Μίλαν Τόμιτς, Ντούσαν Βούκσεβιτς, Φράνκο Νάκιτς, Δημήτρης Παπανικολάου, Αλεξέι Ζεβροσένκο, Αρσέν Αντέ-Μενσά, Ινιάκι ντε Μιγκέλ, Περικλής Δορκοφίκης, Τζος Γκράντ, Γιάννης Λάππας, Βασίλης Σούλης, Νίκος Πέττας, Μάικ Μπράουν, Τζέιμς Ρόμπινσον
Το συγκεκριμένο ρόστερ λοιπόν, μου φέρνει στο νου το φετινό των 8 ξένων που επιμελήθηκε ο Ντέιβιντ Μπλατ. Επιλογές μισθοφόρων και παικτών που θα παίζουν περισσότερο για τα στατιστικά τους και για την προσωπική προβολή τους; Ίσως η κατάληξη της σεζόν να είναι κάπως έτσι.
Όσες επιτυχημένες ομάδες του Ολυμπιακού έμειναν στην ιστορία, είχαν πάντοτε μια ελληνική βάση, με την οποία ταυτιζόταν ο μέσος οπαδός και στήριζε μέχρι τέλους. Αν εξαιρέσουμε τα πρώτα χρόνια ιδιοκτησίας των Αφών που δεν έβρισκαν Έλληνες για να δημιουργήσουν κορμό στον Ολυμπιακό, είναι ίσως η πρώτη φορά που οι ξένοι είναι περισσότεροι από τους Έλληνες του ρόστερ. Ειδικά μετά την δεύτερη -άκρως επιτυχημένη- εποχή Ντούντα στα τόσα χρόνια ιδιοκτησίας των Αγγελόπουλων. Μακάρι η περσινή εσωστρέφεια, να μας οδηγήσει στο δρόμο των επιτυχιών αντί στο σκοτεινό αδιέξοδο της αλλαγής προπονητή για μια ακόμα φορά.
Να προσθέσω κάτι ακόμη.
Είμαι πολύ περίεργος να δω αν θα συνεχιστεί η “προπονητική” επίθεση στο πρόσωπο του κόουτς από άτομα όπως ο Διαμαντόπουλος, ο Ψιλόπουλος και άλλοι, καθώς και αν θα ανταποκριθούν οι παίκτες του Ολυμπιακού στις απαιτήσεις του προπονητή τους, χωρίς να προσπαθούν να τον “παρακάμψουν”. Η ανακοίνωση από τον ίδιο τον Μπλατ, τραβάει την κουρτίνα κι αποκαλύπτει μια ασθένεια που προέκυψε πέρσι και όλοι οι υποψιασμένοι δημοσιογράφοι, γνώριζαν λίγο έως πολύ. Το μπαλάκι των ευθυνών πλέον, καταλήγει στην πλευρά των παικτών του Ολυμπιακού.
Η συγκεκριμένη ασθένεια είναι ύπουλη επειδή είναι υποτροπιάζουσας μορφής. Για να το κάνω λιανά, η σκλήρυνση προκύπτει από την επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού. Επιτίθεται δηλαδή στο νευρολογικό σύστημα του ατόμου που πάσχει. Πού καταλήγει αυτό; Υπάρχουν περιπτώσεις που προσβάλλεται η μνήμη και η όραση. Σε ορισμένες περιπτώσεις αμνησία, παροδική αρχικά και μόνιμη σε βαριά μορφή. Που σημαίνει ότι ο προπονητής μας θα βάλλεται και κατά τη διάρκεια των αγώνων με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η διαύγειά του. Δυστυχώς, η περίπτωση του Μπλατ είναι αρκετά βαριάς μορφής αν κρίνω από την ανακοίνωση και όσα έχω πληροφορηθεί κατά καιρούς. Υποθέτω, ότι υπήρχαν σημάδια της νόσου, αλλά επειδή ταυτίζονται γενικότερα με αρκετά άλλα παρόμοια συμπτώματα, δεν βρέθηκε ο νευρολόγος (ή δεν ασχολήθηκε ο κόουτς) για να τη διαγνώσει νωρίτερα…
Εν κατακλείδι: Μετά την ανακοίνωση-κοινοποίηση λοιπόν του προσωπικού και σοβαρότατου προβλήματος υγείας από τον ίδιο τον προπονητή της ομάδας μας, καταλαβαίνετε ότι θα αποτελέσει έκπληξη πρώτου βαθμού η ανανέωση-παραμονή του στον πάγκο του Ολυμπιακού για τρίτη συνεχή σεζόν.
Οποιαδήποτε κι αν είναι η φετινή αγωνιστική κατάληξη της ομάδας, ο Μπλατ θα παραμείνει μεταξύ των τριών κορυφαίων προπονητών της Ευρωλίγκα.
Για να μην ξεχνιόμαστε: Κατάλληλοι παίκτες βρίσκονται και θα υπάρχουν πάντοτε.