Καλησπέρα σας.
Η επίθεση φέρνει κόσμο στο γήπεδο, κόβει τα εισιτήρια αλλά η άμυνα φέρνει τους τίτλους. Δεν θυμάμαι αν το συγκεκριμένο απόφθεγμα είχε ειπωθεί από τον Ξανθό (ένας ήταν ο Ξανθός) κι όποιος δεν καταλαβαίνει ή δεν ξέρει, καλύτερα να μην συνεχίσει την ανάγνωση.
Μία είναι η ουσία. Αν δεν αμυνθείς, κούπα δεν σηκώνεις. Πώς θα αμυνθείς; Με το μαχαίρι στα δόντια; Με σθένος και πάθος; Με την ψυχή σου;
Το θέμα είναι ότι πρέπει να αμυνθείς. Με πριμαντόνες και 12 “αστέρες”, καμία ομάδα δεν είδε προκοπή (δηλαδή τρόπαια, aka κούπες).
Κανείς δεν θα σε φοβηθεί επειδή διαθέτεις μεγάλα ονόματα και παιχταράδες στο έμψυχο δυναμικό σου.
Όταν όμως αρχίζεις να παίζεις άμυνα και να παλεύεις για κάθε μπάλα, θα σε φοβηθούν για έναν και μόνο λόγο σ’ αυτόν τον πλανήτη: Eπειδή η βαριά φανέλα σου γράφει πάνω: ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
Ακολουθεί κείμενο του Kώστα-Blitzkrieg:
Lost in the Twilight Hall (Remastered 2007)
Θέλω να πω ότι ο Ολυμπιακός είναι ένα βιβλίο που μοιάζει να γράφεται κάπως μόνο του – και κατά συνέπεια ο καθένας μπορεί να το διαβάσει ( = ερμηνεύσει) όπως θέλει.
Ο Συγγραφέας
Αυτό, λ.χ., δεν συνέβαινε σε καμία περίπτωση τη σεζόν που αντιμετωπίσαμε τη Ρεάλ στον τελικό, και κατά την οποία ο Ολυμπιακός ήταν ένα βιβλίο που είχε συγγραφέα, σφραγίδα συγγραφέα και γενικότερα κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει το mastermind πίσω από αυτό που έβλεπε.
Για να μην αρχίσουμε τις θεωρίες περί ανάγνωσης (από το περίφημο Ο θάνατος του Συγγραφέα, το Ο Αναγνώστης είναι ο πρώτος Συγγραφέας κλπ), θα συνοψίσουμε εκείνη τη σεζόν στο παιχνίδι χαρακτήρων που είχε δημιουργήσει ο Μπι και τους οποίους κατόρθωσαν να ενσαρκώσουν με απόλυτη ακρίβεια, συνέπεια στον ρόλο και πειστικότητα στα μάτια του θεατή ο Φαλ και Γουώκαπ κυρίως, ενώ ακόμη και ήρωες, που είχαν την τάση να αυτονομηθούν, εν τέλει (αυτό)περιορίστηκαν για να αποδώσουν στο σανίδι την (απόλυτη, με ένα ολίσθημα όμως) θεατρική μεταφορά που ο Μπι είχε συλλάβει γι’ αυτούς και τους θεατές.
Ας όψεται ο Γιουλ, που παρενέβη στα θεατρικά δρώμενα.
Το βιβλίο
Το βιβλίο, όμως, που διαβάζει κανείς στη σεζόν που διανύουμε – μάλλον δεν χρειάζεται να έχει υπόψη του τον συγγραφέα.
Αυτό μοιάζει να συνειδητοποίησε προσφάτως και ο Μπι, ο οποίος με τον Ερυθρό και τον Πανιώνιο ήταν απολύτως ήρεμος, κάτι πραγματικά ακατανόητο για όσους δεν μπορούμε να αποφύγουμε να πιάνουμε με την άκρη του ματιού τις (ενίοτε διασκεδαστικές) εκρήξεις του στην άκρη του πάγκου.
Με τον Ερυθρό ειδικά, ήταν τόσο ακατανόητη αυτή η ψυχραιμία που αποδιοργάνωσε τη συνήθη ματιά πολλών από εμάς.
(Με τον Πανιώνιο το παρατήρησε και σχεδόν επεσήμανε (θα το επεσήμανε αν ο εκφωνητής δεν είχε την τουλάχιστον ανάγωγη συνήθεια να διακόπτει όποιον μπει στη διαδικασία να συνδιαλεχθεί μαζί του για να πει κάτι τρομερά ευφυές όπως ότι η επίθεση διακόπηκε επειδή κάποιος πάτησε γραμμή, κάτι που αν δεν έλεγε (θεωρεί ο ίδιος) ο ανόητος θεατής δύσκολα θα καταλάβαινε, μια και όταν συντονίζεται για να δει τον Ολυμπιακό αφήνει στην άκρη την εμπιστοσύνη στα μάτια του για να κρεμαστεί από τα χείλη του μελίρρυτου
speaker κλπ) ο ρεπόρτερ πάγκου)
Τι συνέβη όμως στον κόουτς;
Γιατί τόσο ψύχραιμος;
Πιθανολογίες
Θα μπορούσε να έχει συνειδητοποιήσει ότι στον Ολυμπιακό αυτόν των αστέρων, δεν μπορεί ο ίδιος να παρέμβει για να προδιαγράψει την πορεία τους με τον τρόπο που το έκανε σε εκείνον του τελικού της Ρεάλ; Και κατά συνέπεια να (αυτό)περιοριστεί στον ρόλο του διαχειριστή, με τον τρόπο που καλούνταν να το κάνουν όσοι στο παρελθόν κάθονταν στον πάγκο της ποδοσφαιρικής Ρεάλ;
Διότι, και οι τυφλοί βλέπουν, ότι ο Μιλού εν παραδείγματι έχει πολύ περισσότερο επιθετικό ταλέντο από τον Φαλ, για να (αυτό)περιοριστεί σπάζοντας τη μπάλα σε κάποιον που θα κάνει τρίποντο. Ο Μιλού απλά θα πάρει τη μπάλα εκεί για να τελειώσει τη φάση – ή τουλάχιστον αυτό είναι στη φύση του να κάνει (όπως ήταν στη φύση του Φαλ να ξεφορτώνεται τη μπάλα και τις επιθετικές του ευθύνες αποτελώντας το τέλειο όργανο για τον κόουτς).
Ή ο Φουρνιέ – πώς να βάλεις στο καλούπι κάποιον που είναι στη μπασκετική του φύση να εκδηλώνει πολλές επιθέσεις ακούγοντας το ένστικτό του και όχι βάσει της αυστηρής τριγωνομετρικής διάστασης του μπι-μπάσκετ;
Ή ο Πάσπαλι – ok, αυτός είναι τέκνο του Μπι αλλά έχοντας το βάρος του υπέρογκου συμβολαίου του στις πλάτες του, μοιάζει σαν άλλος Άτλας να έχει μία σύγχυση στο να επωμιστεί τις ευθύνες που εναπέθεσαν πάνω του οι διοικητικοί ηγέτες του Ολυμπιακού, οι οποίοι σαν άλλος Ηρακλής του φόρτωσαν το μπασκετικό σύμπαν της ομάδας για τη σεζόν.
Πόσο απέχουν άραγε οι τροχιές αυτών των μπασκετικών σταρ από εκείνες των Γουώκαπ και Φαλ που απλά είναι ευχαριστημένοι να αποτελούν άστρα στο στερέωμα του κόουτς Μπι;
Και πώς μπορούν να συναντηθούν; Και πού;
Πάντως όχι στο τεχνοκρατικό μπάσκετ στο οποίο όλοι οι Σταχάνοφ αυτού του κόσμου καλούνται να αποδώσουν τα μέγιστα ως γρανάζια για τη Μηχανή – σε κάποιους, μην επαναλαμβανόμαστε, δεν είναι στη φύση να δίνουν πάσα, πάσα, πάσα μέχρι να δύσει ο Ήλιος στην ανατολή.
Ίσως, ίσως ο κόουτς να το συνειδητοποιεί αυτό.
Το συνειδητοποιεί;
Δεν είμαστε μέσα στο μυαλό του συγγραφέα.
Αλλά αυτό, από τη στιγμή που βλέπουμε κάτι που δεν φέρει πια συγκεκριμένη σφραγίδα, μας επιτρέπει (ή τουλάχιστον δεν μας απαγορεύει) να διαβάσουμε όπως θέλουμε αυτό που βλέπουμε.
Θα φέρω ένα παράδειγμα.
Ο αγώνας με τον Ερυθρό – που σημειωτέων είχε ελλείψεις. Ο ένας ήταν χειρότερος του άλλου, με αποτέλεσμα λίγοι να διακριθούν.
Λ.χ., ο αρχηγός – σε μία από τις εμφανίσεις στις οποίες μας έχει συνηθίσει, αποτέλεσε γι’ άλλη μια φορά έναν από τους καλύτερους παίκτες του γηπέδου – με την επισήμανση βέβαια ότι ήταν από τους καλύτερους, του αντιπάλου όμως.
Ή ο Λαρεντζάκης – ο συνήθης αποδιοπομπαίος τράγος, βλέποντας τους αγώνες από τον πάγκο πλέον, έχει λείψει σε όλους εμάς που αρεσκόμαστε να τον βρίζουμε για οτιδήποτε, ακόμη και για τα σκατά που πατήσαμε στον δρόμο.
Ή ο Γκος – μία πέτρα σκανδάλου για τους οπαδούς του Ολυμπιακού, οι οποίοι χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα, άλλοι βρίζοντάς τον και άλλοι αναγνωρίζοντάς του αυτά που του οφείλονται, μαλώνουν.
Όταν συμβαίνουν λοιπόν όλα αυτά τα αλλοπρόσαλλα, λογικό είναι να επικρατεί και μία αναρχία στον τρόπο ανάγνωσης του μπασκετικού θεάματος.
Τι στο καλό βλέπουμε;
Για να μην προσπαθήσω το ακατόρθωτο, της συλλογής όλων των πιθανών και απίθανων ερμηνειών που μπορούν να ακουστούν, και μιας και οι γνώμες είναι σαν τις κάνες των όπλων όπως έλεγε και ο βρώμικος Χάρι, θα περιοριστώ σε κάποιες στις οποίες έχω προβεί ο ίδιος μόνο και μόνο ελπίζοντας να αποδώσω το φάσμα ερμηνειών με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος ο μέσος θεατής του Ολυμπιακού Μπι Σι.
Και όταν λέω μέσος θεατής εννοώ τον μέσο Γαύρο, όχι την κάθε Μαριτάδε αυτού του λαμπερού κόσμου των καμερών, που είδε φως και μπήκε.
Ας πούμε, μόλις πριν από λίγο, σκέφτηκα αυτό – σε πολλά παιχνίδια οι παίκτες μας, και ιδίως οι σταρ, δεν έχουν κανένα απολύτως κίνητρο (πέρα από έναν, θα τον αναφέρω πιο κάτω). Γνωρίζοντας οι ίδιοι τις δυνατότητές τους (ή πιστεύοντας πως τις γνωρίζουν, παιδιά είναι άλλωστε), θεωρούν πως μία ήττα ενδεχομένως από τον Ερυθρό μέσα στην κανονική σεζόν δεν θα έχει κανέναν απολύτως αντίκτυπο στον συνολικό απολογισμό.
Λ.χ., κατεβαίνουν στο παιχνίδι με τον Bullet και σου λένε, θα χαϊδέψουμε το γκάζι στα επόμενα, no need to worry, stay happy, smiley emoticon. Και λοιπές μαλακίες.
Και οι ίδιοι μπορεί καλά να κάνουν.
Όμως δεν συνυπολογίζουν κάτι που ΜΟΝΟ ο μέσος γαύρος γνωρίζει – και σε καμία περίπτωση οι Μαριτάδε αυτού του κόσμου.
Τι εστί Ολυμπιακός Μπι Σι.
(Για να το γνωρίζεις όμως αυτό θα πρέπει να ανατρέξεις πίσω στο στοιχειωμένο παιχνίδι με τη Μπανταλόνα, και απλώς να οσμιστείς την κακοδαιμονία που απελευθέρωσε το σπάσιμο του μπουκαλιού με το Τζίνι εγκαινιάζοντας το σύγχρονο Θωρηκτό του μπασκετικού Ολυμπιακού).
Αυτή είναι μία ερμηνεία.
Μία άλλη ερμηνεία που επίσης πέρασε από το μυαλό μου, και η οποία πρέπει να συνδυαστεί, βέβαια (και για να είμαστε δίκαιοι), με τον αριθμό αγώνων που καλούνται να δώσουν οι αθλητές οποιουδήποτε αθλήματος μαζικού στοιχηματισμού ή μαζικής συγκέντρωσης κεφαλαίου (ας μην εκληφθεί ως αριστερή η ερμηνεία ωστόσο).
Η κανονική περίοδος της Εβρωλίγδας, ας μην κρυβόμαστε, δεν είναι παρά μια μικρογραφία του ΝΒΑ. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει πως υποβαθμίζεται την ίδια στιγμή που αναβαθμίζεται.
Τι εννοώ.
Τα πάντα, στα μάτια των Αμερικανών, είναι θέαμα.
Τα πάντα – από τον τρόπο που κάθονται και κοιτάζουν μη επανδρωμένα αγνώστου ταυτότητας αντικείμενα στον ουρανό του New Jersey ως τον τρόπο που κάθονται και κοιτάζουν αγώνες καλαθόσφαιρας. Οπότε, για τα δαιμόνια μυαλά της Εβρωλίγδας, τα πάντα επίσης πρέπει να ερμηνεύονται ως θέαμα.
Το δείχνουν και οι τιμές των εισιτηρίων στους αγώνες, το δείχνει και η ανθρωπογεωγραφία της προσέλευσης στο γήπεδο, το δείχνει και η λογική των γραφειοκρατών της κεντρικής διαχείρισης.
Οπότε, καλούμαστε να εθιστούμε σε μία λογική του τύπου Αφού τα πάντα κρίνονται στα πλέη οφ, στην κανονική περίοδο θα πρέπει να συνηθίσουμε σε απίθανα σκαμπανεβάσματα των ομάδων (λογική που βολεύει και τους παίκτες οι οποίοι όπως σημειώθηκε καλούνται να δώσουν πολλά παιχνίδια με συνέπεια να κουράζονται υπερβολικά).
Έλα όμως που το βαλκάνιο μυαλό, το μυαλό που έχει λχ ζήσει την απίθανη ήττα από τη Δάφνη με τον Ζάρκο να βάζει 200000 πόντους και έναν, δεν μπορεί να συνηθίσει την ιδέα του θεάματος – είναι ενάντια στη μπασκετική του φύση.
Πώς να πειθαρχήσει σε αυτό;
Αυτές είναι μόνο δύο ερμηνείες που μου πέρασαν από το μυαλό βλέποντας τους αγώνες με Ερυθρό και Πανιώνιο. Είναι πολύ γενικές.
Δεν θέλω να φανταστώ σε τι λαβυρινθώδεις περικοκλάδες μπορεί να εισχωρήσει ένα πιο μπασκετικό μυαλό από το δικό μου. Δεν θέλω να φανταστώ σε τι λαβυρινθώδεις περικοκλάδες μπορεί να έχει εισχωρήσει το μπασκετικό τεχνούργημα που αποτελεί το μυαλό του κόουτς Μπι.
The Twilight World
Πώς να συνοψίσουμε λοιπόν;
Μην έχοντας τίποτε άλλο να κάνω, θα εκφράσω κάποιους προβληματισμούς.
Περίπτωση Φαλ – θα έπρεπε να έχουμε κινηθεί για αντικαταστάτη του Φαλ στην ουσία. Ας υποχωρούσε στην τελευταία θέση του ροτέησιον. Ο (καλώς εννοούμενος) όμως εγωισμός του Μπι και το Εγώ δεν πουλάω του παίκτες μου προφανώς επικρατούν στον τρόπο που βλέπει τα πράγματα (έχοντας, βέβαια, πάντα ενημέρωση από το ιατρικό τημ κλπ). Ας ελπίσουμε ο Φαλ να επανέλθει στα πρότερα αγωνιστικά του στάνταρ, ο ίδιος άλλωστε ως επαγγελματίας θα προσπαθήσει. (Σίγουρα πάντως δεν θα επανέλθει στα στάνταρ του την
περίοδο του τελικού με τη Ρεάλ, πολύ απλά διότι οι ρόλοι όπως ειπώθηκε έχουν μοιραστεί εκ νέου, και ο ίδιος είναι περισσότερο καρατερίστας παρά πολλαπλών ρόλων).
Περίπτωση Παπανικολάου – ποντάρω ότι θα επανέλθει, αν και θα ήθελα κάποιον άλλον στη θέση του. Όσο δεν επανέρχεται όμως, τόσο εκνευριστικός θα είναι στο μάτι. Δεν καταλαβαίνω γιατί το μυαλό λαγκάρει τόσο, λογικά θα έπρεπε να συμβαίνει με το σώμα αυτό.
Περίπτωση Φουρνιέ – δεν προβλέπω τίποτε, είναι παικταράς κλπ, αλλά αυτός είναι που θα συγκριθεί με τον Ναν – αν και φυσικά άλλος θα είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος στη σεζόν.
Και δικαίως αν αποτύχουμε. (Δεν εννοώ τον Λάρε).
Περίπτωση Ζάρκο – φοβάμαι ότι ο άνθρωπος είναι γκαντέμης. Εκτός του γεγονότος δλδ ότι ήδη έχει αγχωθεί υπερβολικά να δείξει ότι αξίζει τα λεφτά του (να του το πούμε αμέσως πάντως αν είναι να του φύγει το άγχος – Δεν τα αξίζει, όπως φυσικά δεν τα αξίζει κανένας από όσους κρατάνε το σώου). Ήδη έχει το δικό του πάτημα γραμμής – το τρίποντο του Μίσιτς. Προφανώς δεν έχει τις δικές του ισραηλινές βολές – αν θυμάμαι καλά το συγκεκριμένο δεν απαντήθηκε διότι δεν πήρε το τελευταίο σουτ με τη Ρεάλ – γιατί άραγε;
Αυτά, βέβαια, είναι η κορυφή μόνο του παγόβουνου, στην περίπτωσή του. Η χαρακτηριστική του ανυπαρξία στην άμυνα τον καθιστά επικίνδυνο. Δεν μπορείς να μην αρχίζεις από την άμυνα. Δεν κάθομαι να το συζητήσω φυσικά αυτό. Δεν μου λένε τίποτε οι πόντοι του στον τελικό με τη Ρεάλ από τη στιγμή που βγήκαμε δεύτεροι.
Επίσης, on a personal note – είμαι άραγε ο κρυπτονίτης του Ζάρκο; Παρατήρησα ότι όσο δεν έβλεπα στο πρώτο ημιχρόνιο τον αγώνα με τον Νιόνιο είχε 13 πόντους, όσο είδα κανέναν. Όταν πήγα στο δεύτερο ημιχρόνιο είχε 23, και τη παρουσία μου με το ζόρι σημείωσε άλλους 7. Ο speaker, ο γνωστός speaker, φωνασκούσε και πανηγύριζε για τη μεγάλη του εμφάνιση.
Πράγματι, οι εμφανίσεις αυτές είναι για τα πανηγύρια. Όπως και τα πρησμένα μάτια α λα Ρόκι μέσα στην καυτή έδρα της Μονακό με χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες αφιονισμένους Μονεγάσκους να κρέμονται από τις κερκίδες του υπόγειου κολαστηρίου περιμένοντας να τελειώσει ο αγώνας για να απολαύσουν τα πλατώ τυριών και αλλαντικών τους συνοδεία οίνου και Ουκρανίδων.
Δεν μου λένε τίποτε αυτά Ζάρκο – play defence και μόνο τότε μπορεί στη συνείδησή μου να γίνεις κάτι παρόμοιο με τον μεγάλο Γιώργο Βαΐτση που έκανε το πριγκιπάτο μπουρδέλο.