
Is this Piraeus?
Καλησπέρα σας.
Αλληγορική η αποψινή επιλογή τραγουδιού.
Τι ήταν τελικά ο Crowley?
Ιθύνων νους (aka chessmaster) και διευθύνων σύμβουλος;
Μέγας ευκαιριακός τσαρλατάνος που χειραγωγούσε τους πάντες;
Ο ενδιάμεσος συνδετικός κρίκος των Έψιλον με τους (εσω)γήινους;
Τα ερωτήματα που ταλανίζουν τους απανταχού Γαύρους πάντως, είναι συγκεκριμένα:
l want to know what you meant?
I want to know, I want to know what you meant?
Mr. Crowley, what went on in your head?
Τι είδους Μπι Σι είναι αυτό;
Κάποιες παρατηρήσεις, με αφορμή τη θέαση από την τηλεόραση δύο διαφορετικών αγώνων του Ολυμπιακού, πρώτα του ποδοσφαιρικού τμήματος, έπειτα του τμήματος καλαθόσφαιρας.
Δεν πρόκειται για παρατηρήσεις πάνω στην ομάδα, αυτήν καθ’ αυτήν (εννοώ, τη συγκεκριμένη ομάδα, με τους συγκεκριμένους παίκτες και τον συγκεκριμένο προπονητή και το συγκεκριμένο προπονητικό team), μια και όλοι κάνουμε υπομονή μέχρι τις μεγάλες κούπες – οπότε, οι κρίνοντες θα απασφαλίσουμε (εις βάρος της ομάδας του μπι σι) ή θα το βουλώσουμε και οι υποστηρικτές θα απασφαλίσουν (εις βάρος μας) ή θα ψάξουν να βρουν δικαιολογίες.
Δεν πρόκειται δλδ να κάνω κριτική πάνω σε συγκεκριμένους παίκτες (που για μένα βγάζουν μία αύρα τουλάχιστον απάθειας και μετά βίας διακρινόμενης έντασης), ούτε να μιλήσω για παίκτες του τμήματος που συμπαθώ, ούτε να επισημάνω σφάλματα προπονητικά (ποιος είμαι άλλωστε;).
Απλώς θα κάνω μία φαινομενολογική προσέγγιση αυτών που είδα από τις δύο ομάδες, βάσει της εικόνας που είδα των οπαδών τους στα συγκεκριμένα παιχνίδια.
Έβρεχε…
Γενικά, το ματς στις Σέρρες έγινε αδιάφορο από τη στιγμή που ο Ελ Καμπί έβαλε το δεύτερο γκολ. Όχι ότι δεν μας έχουν συνηθίσει σε κάτι αδιανόητες γκέλες (εσωτερικά) τα καμάρια μας, αλλά φαινόταν ότι ο Πανσερραϊκός δεν υπήρχε πουθενά στο γήπεδο.
Σε κάποια φάση, στο πρώτο ημίχρονο, ο σκηνοθέτης, που μάλλον βαριόταν επίσης κ λόγω της ώρας του παιχνιδιού κ λόγω του διαδικαστικού του χαρακτήρος του κ λόγω ίσως του γεγονότος ότι δεν είχε μπουγάτσες να φάει, άρχισε να δείχνει πλάνα από τις κερκίδες των οπαδών μας. Οι ντόπιοι έχοντας προβλέψει από πριν, είχαν ομπρέλες οπότε τι να σου δείχνει πια, ομπρέλες;
Την ώρα λοιπόν που οι δικοί μας συνθηματολογούσαν, μου έκανε εντύπωση, ανάμεσα στις
κουκούλες, ένα πρόσωπο που έμοιαζε να βρίσκεται σε αντίστιξη με τα υπόλοιπα της εξέδρας. Γιατί; Μα επρόκειτο για ένα… γυναικείο πρόσωπο!
Κοίταξα καλύτερα – ναι, ήταν γυναίκα! Καθόταν (δεν καθόταν, στεκόταν, όλοι οι δικοί μας
στέκονταν, δεν κάθονταν) δίπλα σε έναν τύπο με μπορντώ μπουφάν. Ο αυτόματος και ενστικτώδης συνειρμός μου, εντελώς αντίθετος με το newspeak της πολιτικής ορθότητας, ήταν ότι επρόκειτο για ζευγάρι.
Το ημίχρονο τελείωσε.
Καθώς άρχιζε το δεύτερο, ενώ το είχα στο mute, διέκρινα πως η βροχή έπεφτε πια τουλούμι. Φαντάστηκα ότι ο speaker θα το επεσήμανε. Εκείνη τη στιγμή ο σκηνοθέτης κατέφυγε πάλι στην εξέδρα μας. Είδα την κοπέλα.
Το ύφος της, όπως την είδα, τα έλεγε όλα. Ήταν αυτό το ύφος που υπόσχεται μια βραδιά έντασης, όχι απαραίτητα λόγω των συνθηκών κ των σωμάτων, αλλά λόγω του γεγονότος ότι
ο γαύρος με το μπορντώ μπουφάν είχε τη φαεινή ιδέα να την κουβαλήσει σε αυτόν τον υγρό κ πεπτωκότα χώρο όπου το αποτέλεσμα ήταν ήδη προδικασμένο από την επιλογή του προπονητού της αντίπαλης ομάδας να αποκλείσει πολλούς από τους βασικούς της παίκτες.
Θα μπορούσαν να κάτσουν εντός και να χουχουλιάσουν.
«Να ποιος είναι ο ποδοσφαιρικός Γαύρος του 21 ου αιώνα!» θαύμασα από μέσα μου. Ο Γαύρος ο διαχρονικός, αυτός που ερμηνεύει κυριολεκτικά εκείνο το μεγάλο σύνθημά μας που μιλά για παρατημένα σπίτια κ γκόμενες προκειμένου να δει τη λασπώδη, χοϊκή προσπάθεια του Αιώνιου Έφηβου να προσδώσει ζωή στα ερυθρόλευκα όνειρα.
Ο Γαύρος με το μπορντώ μπουφάν, ρίσκαρε μία σχέση προκειμένου να δει τον μεγάλο Στρατηγό με το τζιν πουκάμισο κ το κόκκινο αμάνικο.
Και εκεί ακριβώς εντόπισα τη διαφορά – για την οποία θα μιλήσω πιο κάτω.
Ο αγώνας συνεχίστηκε με αυτή τη σαφή ασάφεια που μαρτυρά σε οποιονδήποτε θεατή του πως δεν θα τελείωνε ποτέ – αν κάποιος σοφός νομοθέτης δεν είχε προνοήσει να είναι μόνο 90 λεπτά. Αργότερα, είδα άλλες δύο φορές το ζευγάρι – η κοπέλα έμοιαζε πια να είναι ευχαριστημένη.
Ήταν άραγε η καταιγιστική εμφάνιση της ομάδας που την χαροποίησε; Η κατευναστική όψη του Στρατηγού; Ίσως ακόμη κ η σκέψη ότι μετά θα φάει μπουγάτσα;
Ό,τι και να ήταν, η πιτσιρίκα είχε πια γίνει ένα με το μεγάλο ερυθρόλευκο πλήθος που είχε
κατακλείσει τις Σέρρες.
Κ ο Γαύρος με το μπορντώ μπουφάν υπενθύμιζε την αδιάρρηκτη συνέχεια του ποδοσφαιρικού Γαύρου. Αυτού που όπως προ-είπα, παρατά γκόμενες, οικόσιτα, κ πιστωτικές για να δει κάτι που του μιλά περισσότερο από την εικόνα του στην οθόνη.
Cube.
Διότι, το γήπεδο των Σερρών, όσο σύγχρονο και αν είναι (δεν γνωρίζω πόσο σύγχρονο είναι,
αλλά υποθέτω ότι τουλάχιστον δεν θα προβάλλουν σκουριασμένα σίδερα από τα τσιμέντα
που καθιστούν τον αντιτετανικό ορό φίλο του ανθρώπου), σίγουρα δεν έχει Cube.
Βασίζεται αποκλειστικά στις καιρικές συνθήκες για να παράγει υγρά τοπία, κ στο 99% των
περιπτώσεων ο τύπος που δείχνει η κάμερα, δεν θα αντιληφθεί παρά πολύ αργότερα το
είδωλό του στην οθόνη.
Αντίθετα, με το γήπεδο του Μπι Σι, που όχι απλώς έχει Cube, το οποίο σε ενημερώνει ότι σε
δείχνει τη στιγμή που το κάνει. Έχει Cube που στάζει!
Αλλά δεν είναι αυτή η βασική διαφορά – μακάρι να ήταν αυτή.
Η βασική διαφορά, την οποία υπαινίχθηκα πιο πάνω, είναι ότι ενώ ο Γαύρος που παρεπιδημεί στο γήπεδο των Σερρών ρισκάρει μάλλον τη σχέση του παίρνοντας στο γήπεδο μαζί του το αμόρε, ο Γαύρος που συχνάζει στο γήπεδο του Μπι Σι, όχι απλώς συντηρεί μα κ τονώνει κατά κάποιον τρόπο τη σχέση του, την αναζωογονεί, της δίνει μία καινούργια, σχεδόν ηδονοβλεπτική, διάσταση παίρνοντας το δικό του αμόρε μαζί του.
Φρόντισε άλλωστε να μου το υπενθυμίσει αυτό μία εικόνα που είδα καθώς έβαζα πια να δω τον τελικό με τους άλλους στο μπάσκετ. Μία πολύ όμορφη ομολογουμένως νεαρή σχημάτιζε με τα δυο της χέρια το σχήμα της καρδούλας στην κάμερα.
Ναι, εκεί βρίσκεται η βασική διαφορά της νοοτροπίας των τύπων που διοικούν το Μπι Σι από τη νοοτροπία του αγωνίσματος – που είναι ο ανταγωνισμός για να πέσουμε στην εύκολη παγίδα της (οιονεί) ταυτολογίας και η δίψα για τη νίκη.
Δεν γνωρίζω αν με κάποιο τρόπο το cube «ποτίζει» (άλλωστε, όπως είπαμε, έχει τη μοναδική, φαντάζομαι, παγκοσμίως ικανότητα να στάζει) τους παρεπιδημούντες εκεί μέσα, αλλά όλη η εικόνα του Μπι Σι σου δίνει την εντύπωση ότι ως τμήμα δεν διψάει για τίποτε.
Οι τύπος φαίνονται σαν να έχουν κατεβάσει ένα βαρέλι νερό – νερόφλυγες για να καταφύγω σε έναν φτηνό αστεϊσμό – με αποτέλεσμα, όποτε παρουσιάζεται κάποιο σημαντικό challenge μπροστά τους, να λειτουργούν όπως οι καμήλες στην έρημο – αντιμετωπίζοντάς το ως mirage.
Τεσπά, όμως, επειδή είπα πως δεν θα ασχοληθώ με αγωνιστικές εκφάνσεις του φαινομένου, να περάσω λίγο σε κάτι που, ωστόσο, ενδόμυχα πιστεύω πως αποτυπώνει πλήρως (κ μεταφορικά κ κυριολεκτικά – στο Cube δλδ) την παθολογία του τμήματος.
Τις χλιδογκόμενες που συχνάζουν στο γήπεδο.
Όχι ότι το φαινόμενο δεν ήταν ήδη απλωμένο, αλλά η Μαριγκόνα το κατέστησε αυτό που λένε οι Εγγλέζοι pregnant with meaning – άλλωστε, σε έναν κόσμο που γενικά αποφεύγει το νόημα, τι πιο ανόητο από το είδωλο ενός κενού δοχείου που δείχνει η κάμερα;
Αλλά ας μη μείνουμε στη Μαριγκόνα. Όλοι βλέπουμε πώς ακριβώς αντιλαμβάνονται την εμπειρία η πλειοψηφία των μπασκετικών. Μία ευκαιρία να πάμε τον δεσμό, μία ευκαιρία για μια ολιστική εμπειρία που πριν ίσως περιλαμβάνει πριν την επίσκεψη σε κάποιο κυριλέ καφέ της παραλιακής, για να ανακοινώσουμε την παρουσία μας με story, κ έπειτα ενδεχομένως κάποιο ποτό σε άλλο κυριλέ εστιατόριο-μπαρ, το οποίο βέβαια επίσης θα ανακοινώσουμε με story, που θα έχει ακολουθήσει το story που κάναμε στο γήπεδο, για να ανακοινώσουμε την παρουσία μας εκεί (αν, ΑΝ, δεν μας έχει αιχμαλωτίσει η κάμερα, την εικόνα της οποίας θα δούμε στο Cube για να απολαύσουμε τον εαυτό μας).
Κ αν όλο αυτό – τι σκατά είναι αυτό; – αν όλο αυτό δεν αποτυπώνει όλη την εμπειρία, την ολιστική εμπειρία του Μπι Σι, ε δεν μπορώ να φανταστώ κάτι άλλο που να το κάνει
καλύτερα (αν κ ομολογουμένως το να πετάς αρκουδάκια στο γήπεδο είναι ένα δυνατό επιχείρημα) (αρκουδάκια;)
Αυτά εν ολίγοις τα είδαμε βέβαια κ χτες – ο άλλος (άντε, για να βγάλω το άχτι μου) έσπευσε
να αγκαλιάσει τον ακατανόμαστο. Μην τύχει κ στραβώσει αυτός σκεπτόμενος ότι ο δικός μας είναι αγαπημένο παιδί αυτού που ο ίδιος μισεί.
Τι σκατά είναι αυτό;
Τι είδους Μπι Σι είναι αυτό;
Έχει ψυχή;
Θυμήθηκα το τάκλιν του Μητρόπουλου στον Αποστολάκη για το καλωσόρισμα μετά την προδοσία.
Τι relics of the past που είμαστε, τι Δεινόσαυροι – κ ούτε καν λούτρινα.